헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κέντρον

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κέντρον κέντρου

형태분석: κεντρ (어간) + ον (어미)

어원: kente/w

  1. 점, 이삭, 못, 포인트, 날카로운 모서리
  2. 가시, 침, 쏘기, 찌르기
  3. 채찍, 채, 채찍질, 막대기
  1. Something with a sharp point: point, spike, spur
  2. sting, quill, thorn
  3. Torture device or instrument of motivation: whip, goad
  4. nail, rivet

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κέντρον

점이

κέντρω

점들이

κέντρα

점들이

속격 κέντρου

점의

κέντροιν

점들의

κέντρων

점들의

여격 κέντρῳ

점에게

κέντροιν

점들에게

κέντροις

점들에게

대격 κέντρον

점을

κέντρω

점들을

κέντρα

점들을

호격 κέντρον

점아

κέντρω

점들아

κέντρα

점들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • νῦν οὖν ἀτεχνῶσ ὅ τι βούλονται τουτὶ τοὐμὸν σῶμ’ αὐτοῖσιν παρέχω, τύπτειν πεινῆν διψῆν αὐχμεῖν ῥιγῶν ἀσκὸν δείρειν, εἴπερ τὰ χρέα διαφευξοῦμαι, τοῖσ τ’ ἀνθρώποισ εἶναι δόξω θρασὺσ εὔγλωττοσ τολμηρὸσ ἴτησ βδελυρὸσ ψευδῶν συγκολλητὴσ εὑρησιεπὴσ περίτριμμα δικῶν κύρβισ κρόταλον κίναδοσ τρύμη μάσθλησ εἴρων γλοιὸσ ἀλαζὼν κέντρων μιαρὸσ στρόφισ ἀργαλέοσ ματιολοιχόσ· (Aristophanes, Clouds, Choral, anapests 2:3)

    (아리스토파네스, Clouds, Choral, anapests 2:3)

  • ὁμοῦ δὲ πάντεσ ἀναμεμιγμένοι φείδοντο κέντρων οὐδέν, ὡσ ὑπερβάλοι χνόασ τισ αὐτῶν καὶ φρυάγμαθ’ ἱππικά. (Sophocles, episode 6:21)

    (소포클레스, episode 6:21)

  • οἱο͂ν εἰσέδυ μ’ ἅμα κέντρων τε τῶνδ’ οἴστρημα καὶ μνήμη κακῶν. (Sophocles, Oedipus Tyrannus, choral, strophe 13)

    (소포클레스, 오이디푸스 튀란노스, choral, strophe 13)

  • ἰδοῦσα δὲ καὶ ἐποχετευσαμένη ἵμερον ἔλυσε μὲν τὰ τότε συμπεφραγμένα, ἀναπνοὴν δὲ λαβοῦσα κέντρων τε καὶ ὠδίνων ἔληξεν, ἡδονὴν δ’ αὖ ταύτην γλυκυτάτην ἐν τῷ παρόντι καρποῦται. (Plato, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 171:1)

    (플라톤, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 171:1)

  • ὁ δ’ αὖ σκολιόσ, πολύσ, εἰκῇ συμπεφορημένοσ, κρατεραύχην, βραχυτράχηλοσ, σιμοπρόσωποσ, μελάγχρωσ, γλαυκόμματοσ, ὕφαιμοσ, ὕβρεωσ καὶ ἀλαζονείασ ἑταῖροσ, περὶ ὦτα λάσιοσ, κωφόσ, μάστιγι μετὰ κέντρων μόγισ ὑπείκων. (Plato, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 185:1)

    (플라톤, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 185:1)

유의어

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION