고전 발음: [] 신약 발음: []
기본형: καταφρονητικός καταφρονητική καταφρονητικόν
형태분석: καταφρονητικ (어간) + ος (어미)
남성 | 여성 | 중성 | ||
---|---|---|---|---|
단수 | 주격 | καταφρονητικός 경멸적인 (이)가 | καταφρονητική 경멸적인 (이)가 | καταφρονητικόν 경멸적인 (것)가 |
속격 | καταφρονητικοῦ 경멸적인 (이)의 | καταφρονητικῆς 경멸적인 (이)의 | καταφρονητικοῦ 경멸적인 (것)의 | |
여격 | καταφρονητικῷ 경멸적인 (이)에게 | καταφρονητικῇ 경멸적인 (이)에게 | καταφρονητικῷ 경멸적인 (것)에게 | |
대격 | καταφρονητικόν 경멸적인 (이)를 | καταφρονητικήν 경멸적인 (이)를 | καταφρονητικόν 경멸적인 (것)를 | |
호격 | καταφρονητικέ 경멸적인 (이)야 | καταφρονητική 경멸적인 (이)야 | καταφρονητικόν 경멸적인 (것)야 | |
쌍수 | 주/대/호 | καταφρονητικώ 경멸적인 (이)들이 | καταφρονητικᾱ́ 경멸적인 (이)들이 | καταφρονητικώ 경멸적인 (것)들이 |
속/여 | καταφρονητικοῖν 경멸적인 (이)들의 | καταφρονητικαῖν 경멸적인 (이)들의 | καταφρονητικοῖν 경멸적인 (것)들의 | |
복수 | 주격 | καταφρονητικοί 경멸적인 (이)들이 | καταφρονητικαί 경멸적인 (이)들이 | καταφρονητικά 경멸적인 (것)들이 |
속격 | καταφρονητικῶν 경멸적인 (이)들의 | καταφρονητικῶν 경멸적인 (이)들의 | καταφρονητικῶν 경멸적인 (것)들의 | |
여격 | καταφρονητικοῖς 경멸적인 (이)들에게 | καταφρονητικαῖς 경멸적인 (이)들에게 | καταφρονητικοῖς 경멸적인 (것)들에게 | |
대격 | καταφρονητικούς 경멸적인 (이)들을 | καταφρονητικᾱ́ς 경멸적인 (이)들을 | καταφρονητικά 경멸적인 (것)들을 | |
호격 | καταφρονητικοί 경멸적인 (이)들아 | καταφρονητικαί 경멸적인 (이)들아 | καταφρονητικά 경멸적인 (것)들아 |
원급 | 비교급 | 최상급 | |
---|---|---|---|
형용사 |
καταφρονητικός καταφρονητικοῦ 경멸적인 (이)의 |
καταφρονητικότερος καταφρονητικοτεροῦ 더 경멸적인 (이)의 |
καταφρονητικότατος καταφρονητικοτατοῦ 가장 경멸적인 (이)의 |
부사 | καταφρονητικώς | καταφρονητικότερον | καταφρονητικότατα |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
(아피아노스, The Foreign Wars, chapter 14 2:12)
출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록
이 단어를 Wiktionary에서 찾기고전 발음: [] 신약 발음: []
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기