- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κάμηλος?

2군 변화 명사; 남/여성 자동번역 로마알파벳 전사: kamēlos 고전 발음: [까멜:로] 신약 발음: [까멜로]

기본형: κάμηλος καμήλου

형태분석: καμηλ (어간) + ος (어미)

어원: Cf. Hebr. gamal.

  1. 낙타
  1. camel

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κάμηλος

낙타가

καμήλω

낙타들이

κάμηλοι

낙타들이

속격 καμήλου

낙타의

καμήλοιν

낙타들의

καμήλων

낙타들의

여격 καμήλῳ

낙타에게

καμήλοιν

낙타들에게

καμήλοις

낙타들에게

대격 κάμηλον

낙타를

καμήλω

낙타들을

καμήλους

낙타들을

호격 κάμηλε

낙타야

καμήλω

낙타들아

κάμηλοι

낙타들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ τῷ Ἅβραμ εὖ ἐχρήσαντο δἰ αὐτήν, καὶ ἐγένοντο αὐτῷ πρόβατα καὶ μόσχοι καὶ ὄνοι καὶ παῖδες καὶ παιδίσκαι καὶ ἡμίονοι καὶ κάμηλοι. (Septuagint, Liber Genesis 12:16)

    (70인역 성경, 창세기 12:16)

  • Καὶ ἔλαβεν ὁ παῖς δέκα καμήλους ἀπὸ τῶν καμήλων τοῦ κυρίου αὐτοῦ καὶ ἀπὸ πάντων τῶν ἀγαθῶν τοῦ κυρίου αὐτοῦ μεθ᾿ ἑαυτοῦ καὶ ἀναστὰς ἐπορεύθη εἰς τὴν Μεσοποταμίαν εἰς τὴν πόλιν Ναχώρ. (Septuagint, Liber Genesis 24:10)

    (70인역 성경, 창세기 24:10)

  • καὶ ἐκοίμισε τὰς καμήλους ἔξω τῆς πόλεως παρὰ τὸ φρέαρ τοῦ ὕδατος τὸ πρὸς ὀψέ, ἡνίκα ἐκπορεύονται αἱ ὑδρευόμεναι. (Septuagint, Liber Genesis 24:11)

    (70인역 성경, 창세기 24:11)

  • καὶ ἔσται ἡ παρθένος, ᾗ ἂν ἐγὼ εἴπω, ἐπίκλινον τὴν ὑδρίαν σου, ἵνα πίω, καὶ εἴπῃ μοι, πίε σύ, καὶ τὰς καμήλους σου ποτιῶ, ἕως ἂν παύσωνται πίνουσαι, ταύτην ἡτοίμασας τῷ παιδί σου τῷ Ἰσαάκ, καὶ ἐν τούτῳ γνώσομαι ὅτι ἐποίησας ἔλεος μετὰ τοῦ κυρίου μου Ἁβραάμ. (Septuagint, Liber Genesis 24:14)

    (70인역 성경, 창세기 24:14)

  • δέδοικα δὲ μὴ καὶ τοὐμὸν κάμηλος ἐν Αἰγυπτίοις ᾖ, οἱ δὲ ἄνθρωποι τὸν χαλινὸν ἔτι αὐτῆς θαυμάζωσι καὶ τὴν ἁλουργίδα, ἐπειδὴ οὐδὲ τὸ ἐκ δυοῖν τοῖν καλλίστοιν συγκεῖσθαι, διαλόγου καὶ κωμῳδίας, οὐδὲ τοῦτο ἀπόχρη εἰς εὐμορφίαν, εἰ μὴ καὶ ἡ μῖξις ἐναρμόνιος καὶ κατὰ τὸ σύμμετρον γίγνοιτο: (Lucian, Prometheus es in verbis 12:1)

    (루키아노스, Prometheus es in verbis 12:1)

  • "κάμηλος, εἶτα ἵππος, εἶτ ἀνὴρ σοφὸς καὶ προφήτης οὐ μείων Ἀλεξάνδρου. (Lucian, Alexander, (no name) 43:17)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 43:17)

  • πόθεν ἐκεῖνος ἠπίστατο, ὦ Μίκυλλε, ὃς γινομένων ἐκείνων κάμηλος ἐν Βάκτροις ἦν· (Lucian, Gallus, (no name) 17:9)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 17:9)

  • ὡς δὲ νῦν ἔχομεν, μύρμηξ ἢ κάμηλος, ὡς ἡ παροιμία φησί. (Lucian, Saturnalia, letter 1 1:5)

    (루키아노스, Saturnalia, letter 1 1:5)

  • τὸ ζῷον τὸ καλούμενον κάμηλος μέσους κάμπτει τοὺς μηροὺς ἐπιτεμνόμενον τοῖν σκελοῖν τὸ ὕψος, ἐτύμως κεκλημένον κάμηλος οἱονεὶ κάμμηρος, ὥς φησιν Εὐήνος ἐν τοῖς εἰς Εὔνομον Ἐρωτικοῖς. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , eus. chron. vers. arm. ol. 80. 133)

    (작자 미상, 비가, , eus. chron. vers. arm. ol. 80. 133)

유의어

  1. 낙타

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION