Ancient Greek-English Dictionary Language

ἡσυχαῖος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἡσυχαῖος ἡσυχαῖη ἡσυχαῖον

Structure: ἡσυχαι (Stem) + ος (Ending)

Etym.: poet. for h(/suxos, Soph.

Sense

Examples

  • ὡσ ἡσυχαῖά πού φαμεν ἑκάστοτε καὶ σωφρονικά, περί τε διάνοιαν πραττόμενα ἀγασθέντεσ καὶ κατὰ τὰσ πράξεισ αὖ βραδέα καὶ μαλακά, καὶ ἔτι περὶ φωνὰσ γιγνόμενα λεῖα καὶ βαρέα, καὶ πᾶσαν ῥυθμικὴν κίνησιν καὶ ὅλην μοῦσαν ἐν καιρῷ βραδυτῆτι προσχρωμένην, οὐ τὸ τῆσ ἀνδρείασ ἀλλὰ τὸ τῆσ κοσμιότητοσ ὄνομα ἐπιφέρομεν αὐτοῖσ σύμπασιν. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 301:6)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION