- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φιλητικός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: philētikos 고전 발음: [필레:띠꼬] 신약 발음: [필레띠꼬]

기본형: φιλητικός φιλητική φιλητικόν

형태분석: φιλητικ (어간) + ος (어미)

어원: φιλέω

  1. 친한, 친절한, 친근한
  1. disposed to love, loving, affectionate

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 φιλητικός

친한 (이)가

φιλητική

친한 (이)가

φιλητικόν

친한 (것)가

속격 φιλητικοῦ

친한 (이)의

φιλητικῆς

친한 (이)의

φιλητικοῦ

친한 (것)의

여격 φιλητικῷ

친한 (이)에게

φιλητικῇ

친한 (이)에게

φιλητικῷ

친한 (것)에게

대격 φιλητικόν

친한 (이)를

φιλητικήν

친한 (이)를

φιλητικόν

친한 (것)를

호격 φιλητικέ

친한 (이)야

φιλητική

친한 (이)야

φιλητικόν

친한 (것)야

쌍수주/대/호 φιλητικώ

친한 (이)들이

φιλητικά

친한 (이)들이

φιλητικώ

친한 (것)들이

속/여 φιλητικοῖν

친한 (이)들의

φιλητικαῖν

친한 (이)들의

φιλητικοῖν

친한 (것)들의

복수주격 φιλητικοί

친한 (이)들이

φιλητικαί

친한 (이)들이

φιλητικά

친한 (것)들이

속격 φιλητικῶν

친한 (이)들의

φιλητικῶν

친한 (이)들의

φιλητικῶν

친한 (것)들의

여격 φιλητικοῖς

친한 (이)들에게

φιλητικαῖς

친한 (이)들에게

φιλητικοῖς

친한 (것)들에게

대격 φιλητικούς

친한 (이)들을

φιλητικάς

친한 (이)들을

φιλητικά

친한 (것)들을

호격 φιλητικοί

친한 (이)들아

φιλητικαί

친한 (이)들아

φιλητικά

친한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "τὸ μὲν παθητικόν, ὦ Πεμπτίδη, καὶ πολεμικὸν καὶ ἀντίπαλον θεὸν ἔχει, τὸ δὲ φιλητικὸν καὶ κοινωνικὸν καὶ συνελευστικὸν ἄθεόν ἐστι· (Plutarch, Amatorius, section 14 1:2)

    (플루타르코스, Amatorius, section 14 1:2)

  • "λείπεται δὲ τῆς ἐξαλλαγῆς ἐν ἀνθρώπῳ καὶ παρατροπῆς οὐκ ἀμαυρὸν οὐδ ἡσυχαῖον, ὦ Δαφναῖε, μόριον, ὑπὲρ οὗ βούλομαι τουτονὶ Πεμπτίδην ἐρέσθαι τίς καλλίκαρπον θύρσον ἀνασείει θεῶν, τὸν φιλητικὸν τοῦτον περὶ παῖδας ἀγαθοὺς καὶ σώφρονας· (Plutarch, Amatorius, section 16 2:9)

    (플루타르코스, Amatorius, section 16 2:9)

  • φύσει δὲ γίνονται οἳ μὲν φιλητικοὶ οἳ δὲ φιλότιμοι. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 106:4)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 106:4)

  • φιλητικὸς δὲ ὁ τῷ φιλεῖν χαίρων μᾶλλον ἢ τῷ φιλεῖσθαι: (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 106:5)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 106:5)

  • ὁ δὲ τῇ ἐν τῷ φιλεῖν ἡδονῇ ὁ φιλητικός. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 107:1)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 107:1)

  • ἑκάτερος γὰρ τούτων χαίρει, οὗ φιλητικός ἐστιν, οὐδὲν πάσχοντος τοῦ σώματος, ἀλλὰ μᾶλλον τῆς διανοίας: (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 3 134:5)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 3 134:5)

유의어

  1. 친한

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION