Ancient Greek-English Dictionary Language

εὐπαρακολούθητος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: εὐπαρακολούθητος εὐπαρακολούθητον

Structure: εὐπαρακολουθητ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: parakolouqe/w

Sense

  1. easy to follow

Declension

First/Second declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • ἵνα δὲ εὐπαρακολούθητοσ ὁ λόγοσ σοι γένηται, προθεὶσ κατὰ λέξιν, ὅσα περὶ τοῦ συγγραφέωσ τυγχάνω προειρηκώσ, ἐπιτροχάδην ἀναλήψομαι τῶν προθέσεων ἑκάστην καὶ τὰσ ἀποδείξεισ παρέξομαι, καθάπερ ἠξίουσ. (Dionysius of Halicarnassus, De Thucydidis idiomatibus (epistula ad Ammaeum), chapter 21)
  • οὐ μὴν οὐδὲ πολλὰ δεῖ περιλαμβάνειν πράγματα ἐν τῷ ἀφελεῖ λόγῳ, ὡσ ὁ Δημοσθένησ ἐποίησεν, εἰ γὰρ ὅθ’ ἥκομεν Εὐβοεῦσι βεβοηθηκότεσ, ἀλλ’ ἐν ὀλίγοισ, ὡσ ἂν εὐπαρακολούθητοσ ᾖ μάλιστά σοι ὁ λόγοσ. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , chapter 13 5:2)
  • οὕτωσ γὰρ μάλιστα εὐπαρακολούθητοσ τοῖσ ἀναγινώσκουσιν ἡ διήγησισ ἔσται, πρὸ ὀφθαλμῶν τεθείσησ τῆσ ὅλησ τοποθεσίασ καὶ τῶν διαστημάτων. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 18, chapter 5 1:2)
  • ὡσ εἶπα, προσαναμιμνήσκοντεσ μόνον τῶν κατὰ τοὺσ αὐτοὺσ καιροὺσ ἐν τῇ προτέρᾳ βύβλῳ δεδηλωμένων, ἵνα μὴ μόνον εὐπαρακολούθητοσ, ἀλλὰ καὶ καταπληκτικὴ γίνηται τοῖσ προσέχουσιν ἡ διήγησισ. (Polybius, Histories, book 4, chapter 28 6:1)

Synonyms

  1. easy to follow

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION