- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐλογία?

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: eulogiā 고전 발음: [로기아:] 신약 발음: [로기아]

기본형: εὐλογία εὐλογίας

형태분석: εὐλογι (어간) + α (어미)

  1. 좋은 말
  2. 아첨
  3. 칭찬, 찬사, 칭송
  4. 명성, 명예, 영광
  5. 축복
  6. 선물
  1. good speaking, good words
  2. flattery
  3. praise, panegyric, eulogy
  4. fame, glory
  5. blessing, thanksgiving
  6. gift

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 εὐλογία

좋은 말이

εὐλογία

좋은 말들이

εὐλογίαι

좋은 말들이

속격 εὐλογίας

좋은 말의

εὐλογίαιν

좋은 말들의

εὐλογιῶν

좋은 말들의

여격 εὐλογίᾳ

좋은 말에게

εὐλογίαιν

좋은 말들에게

εὐλογίαις

좋은 말들에게

대격 εὐλογίαν

좋은 말을

εὐλογία

좋은 말들을

εὐλογίας

좋은 말들을

호격 εὐλογία

좋은 말아

εὐλογία

좋은 말들아

εὐλογίαι

좋은 말들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἶπε δὲ Ἡσαῦ πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. μὴ εὐλογία μία σοί ἐστι, πάτερ; εὐλόγησον δὴ κἀμέ, πάτερ. κατανυχθέντος δὲ Ἰσαὰκ ἀνεβόησε φωνῇ Ἡσαῦ καὶ ἔκλαυσεν. (Septuagint, Liber Genesis 27:38)

    (70인역 성경, 창세기 27:38)

  • ἐγένετο δὲ μετὰ τὸ καταστῆναι αὐτὸν ἐπὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ καὶ ἐπὶ πάντα, ὅσα ἦν αὐτῷ, καὶ ηὐλόγησε Κύριος τὸν οἶκον τοῦ Αἰγυπτίου διὰ Ἰωσήφ, καὶ ἐγενήθη εὐλογία Κυρίου ἐν πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτῷ ἐν τῷ οἴκῳ καὶ ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Genesis 39:5)

    (70인역 성경, 창세기 39:5)

  • ΚΑΙ ἔσται ὡς ἂν ἔλθωσιν ἐπὶ σὲ πάντα τὰ ρήματα ταῦτα, ἡ εὐλογία καὶ ἡ κατάρα, ἣν ἔδωκα πρὸ προσώπου σου, καὶ δέξῃ εἰς τὴν καρδίαν σου ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν, οὗ ἐὰν διασκορπίσῃ σε Κύριος ἐκεῖ, (Septuagint, Liber Deuteronomii 30:1)

    (70인역 성경, 신명기 30:1)

  • ΚΑΙ αὕτη ἡ εὐλογία ἣν ηὐλόγησε Μωυσῆς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ πρὸ τῆς τελευτῆς αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Deuteronomii 33:1)

    (70인역 성경, 신명기 33:1)

  • ὅτι Ἰούδας δυνατὸς ἰσχύϊ καὶ ἐν τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ καὶ εἰς ἡγούμενον ἐξ αὐτοῦ, καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Ἰωσήφ. (Septuagint, Liber I Paralipomenon 5:2)

    (70인역 성경, 역대기 상권 5:2)

유의어

  1. 좋은 말

  2. 아첨

  3. 명성

  4. 선물

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION