헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὔκρατος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εὔκρατος

형태분석: εὐκρατ (어간) + ος (어미)

어원: kera/nnumi

  1. 온건한, 매우 온건한, 온화한
  1. well-mixed, temperate

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 εύ̓κρατος

온건한 (이)가

εὐκράτη

온건한 (이)가

εύ̓κρατον

온건한 (것)가

속격 εὐκράτου

온건한 (이)의

εὐκράτης

온건한 (이)의

εὐκράτου

온건한 (것)의

여격 εὐκράτῳ

온건한 (이)에게

εὐκράτῃ

온건한 (이)에게

εὐκράτῳ

온건한 (것)에게

대격 εύ̓κρατον

온건한 (이)를

εὐκράτην

온건한 (이)를

εύ̓κρατον

온건한 (것)를

호격 εύ̓κρατε

온건한 (이)야

εὐκράτη

온건한 (이)야

εύ̓κρατον

온건한 (것)야

쌍수주/대/호 εὐκράτω

온건한 (이)들이

εὐκράτᾱ

온건한 (이)들이

εὐκράτω

온건한 (것)들이

속/여 εὐκράτοιν

온건한 (이)들의

εὐκράταιν

온건한 (이)들의

εὐκράτοιν

온건한 (것)들의

복수주격 εύ̓κρατοι

온건한 (이)들이

εύ̓κραται

온건한 (이)들이

εύ̓κρατα

온건한 (것)들이

속격 εὐκράτων

온건한 (이)들의

εὐκρατῶν

온건한 (이)들의

εὐκράτων

온건한 (것)들의

여격 εὐκράτοις

온건한 (이)들에게

εὐκράταις

온건한 (이)들에게

εὐκράτοις

온건한 (것)들에게

대격 εὐκράτους

온건한 (이)들을

εὐκράτᾱς

온건한 (이)들을

εύ̓κρατα

온건한 (것)들을

호격 εύ̓κρατοι

온건한 (이)들아

εύ̓κραται

온건한 (이)들아

εύ̓κρατα

온건한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἄκουε δὲ ἤδη καὶ τὸ ἐνύπνιον ᾤμην γὰρ τὸν Εὐκράτην αὐτὸν ἄπαιδα ὄντα οὐκ οἶδ’ ὅπωσ ἀποθνήσκειν, εἶτα προσκαλέσαντά με καὶ διαθήκασ θέμενον ἐν αἷσ ὁ κληρονόμοσ ἦν ἀπάντων ἐγώ, μικρὸν ἐπισχόντα ἀποθανεῖν ἐμαυτὸν δὲ παρελθόντα ἐσ τὴν οὐσίαν τὸ μὲν χρυσίον καὶ τὸ ἀργύριον ἐξαντλεῖν σκάφαισ τισὶ μεγάλαισ ἀέναόν τε καὶ πολὺ ἐπιρρέον, τὰ δ’ ἄλλα, τὴν ἐσθῆτα καὶ τραπέζασ καὶ ἐκπώματα καὶ διακόνουσ, πάντα ἐμὰ ὡσ τὸ εἰκὸσ εἶναι. (Lucian, Gallus, (no name) 12:1)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 12:1)

  • παρὰ τὸν σὸν Εὐκράτην, εἰ δοκεῖ. (Lucian, Gallus, (no name) 32:1)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 32:1)

  • ὁρᾷσ δ’ οὖν τὸν Εὐκράτην αὐτὸν μὲν ὑπὸ τοῦ οἰκέτου πρεσβύτην ἄνθρωπον ; (Lucian, Gallus, (no name) 32:6)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 32:6)

  • εἰώθειν ^ μὲν καὶ ἄλλοτε, ὦ Φιλόκλεισ, φοιτᾶν παρ’ αὐτόν, εἴ ποτε πολλὴν τὴν σχολὴν ἄγοιμι, τήμερον δὲ Λεοντίχῳ συγγενέσθαι δεόμενοσ ‐ ἑταῖροσ δέ μοι, ὡσ οἶσθα ‐ ἀκούσασ τοῦ παιδὸσ ὡσ παρὰ τὸν Εὐκράτην ἑώθεν ἁπέλθοι νοσοῦντα ἐπισκεψόμενοσ, ἀμφοῖν ἕνεκα, ὡσ καὶ τῷ Λεοντίχῳ συγγενοίμην κἀκεῖνον ἴδοιμι ‐ ἠγνοήκειν· (Lucian, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 6:1)

    (루키아노스, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 6:1)

  • Τὸν γέροντα οἶσθα, τὸν πάνυ γεγηρακότα λέγω, τὸν πλούσιον Εὐκράτην, ᾧ παῖδεσ μὲν οὐκ εἰσίν, οἱ τὸν κλῆρον δὲ θηρῶντεσ πεντακισμύριοι; (Lucian, Dialogi mortuorum, 1:1)

    (루키아노스, Dialogi mortuorum, 1:1)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION