- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔρνος?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: ernos 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἔρνος ἔρνεος

형태분석: ἐρνο (어간) + ς (어미)

  1. 싹, 새싹, 움, 접목, 아스파라거스
  2. 아이, 자식, 어린이
  1. a young sprout, shoot, scion, a young plant
  2. a child, a scion

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἔρνος

싹이

ἔρνει

싹들이

ἔρνη

싹들이

속격 ἔρνους

싹의

ἔρνοιν

싹들의

ἐρνέων

싹들의

여격 ἔρνει

싹에게

ἔρνοιν

싹들에게

ἔρνεσι(ν)

싹들에게

대격 ἔρνος

싹을

ἔρνει

싹들을

ἔρνη

싹들을

호격 ἔρνος

싹아

ἔρνει

싹들아

ἔρνη

싹들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔνθεν Ἔρις, πολέμοιο προάγγελον ἔρνος ἑλοῦσα μῆλον, ἀριζήλων ἐφράσσατο δήνεα μόχθων. (Colluthus, Rape of Helen, book 127)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 127)

  • δεῦρο διακρίνων προφερέστερον εἶδος ὀπωπῆς φαιδροτέρῃ τόδε μῆλον, ἐπήρατον ἔρνος, ὀπάσσαις. (Colluthus, Rape of Helen, book 165)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 165)

  • εἴ με διακρίνων προφερέστερον ἔρνος ὀπάσσῃς, πάσης ἡμετέρης Ἀσίης ἡγήτορα θήσω. (Colluthus, Rape of Helen, book 176)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 176)

  • καὶ τὸ παράδειγμα ἡμῖν παρὰ τῶν γεωργῶν, οἳ τὰ φυτὰ μέχρι μὲν πρόσγεια καὶ νήπιά ἐστι, σκέπουσιν καὶ περιφράττουσιν ὡς μὴ βλάπτοιντο ὑπὸ τῶν πνευμάτων, ἐπειδὰν δὲ ἤδη παχύνηται τὸ ἔρνος, τηνικαῦτα περιτέμνουσίν τε τὰ περιττὰ καὶ παραδιδόντες αὐτὰ τοῖς ἀνέμοις δονεῖν καὶ διασαλεύειν καρπιμώτερα ἐξεργάζονται. (Lucian, Anacharsis, (no name) 20:10)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 20:10)

  • τίς ἀθανάτων ἢ βροτῶν τοιοῦτον ἔρνος θρέψεν ἐν ποίᾳ χθονί· (Bacchylides, , epinicians, ode 5 7:4)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 5 7:4)

유의어

  1. 아이

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION