- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπονείδιστος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: eponeidistos 고전 발음: [에뽀네] 신약 발음: [애뽀니디]

기본형: ἐπονείδιστος ἐπονείδιστον

형태분석: ἐπονειδιστ (어간) + ος (어미)

  1. 불명예스러운, 부끄러운, 망신스러운, 수치스러운, 부끄러워해야 할
  1. to be reproached, shameful, ignominious, matter of reproach

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐπονείδιστος

불명예스러운 (이)가

ἐπονείδιστον

불명예스러운 (것)가

속격 ἐπονειδίστου

불명예스러운 (이)의

ἐπονειδίστου

불명예스러운 (것)의

여격 ἐπονειδίστῳ

불명예스러운 (이)에게

ἐπονειδίστῳ

불명예스러운 (것)에게

대격 ἐπονείδιστον

불명예스러운 (이)를

ἐπονείδιστον

불명예스러운 (것)를

호격 ἐπονείδιστε

불명예스러운 (이)야

ἐπονείδιστον

불명예스러운 (것)야

쌍수주/대/호 ἐπονειδίστω

불명예스러운 (이)들이

ἐπονειδίστω

불명예스러운 (것)들이

속/여 ἐπονειδίστοιν

불명예스러운 (이)들의

ἐπονειδίστοιν

불명예스러운 (것)들의

복수주격 ἐπονείδιστοι

불명예스러운 (이)들이

ἐπονείδιστα

불명예스러운 (것)들이

속격 ἐπονειδίστων

불명예스러운 (이)들의

ἐπονειδίστων

불명예스러운 (것)들의

여격 ἐπονειδίστοις

불명예스러운 (이)들에게

ἐπονειδίστοις

불명예스러운 (것)들에게

대격 ἐπονειδίστους

불명예스러운 (이)들을

ἐπονείδιστα

불명예스러운 (것)들을

호격 ἐπονείδιστοι

불명예스러운 (이)들아

ἐπονείδιστα

불명예스러운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τότε οἱ πρὶν ἐπονείδιστοι καὶ πλησίον τοῦ ᾅδου, μᾶλλον δ᾿ ἐπ᾿ αὐτῷ βεβηκότες, ἀντὶ πικροῦ καὶ δυσαιάκτου μόρου, κώθωνα σωτήριον συστησάμενοι, τὸν εἰς πτῶσιν αὐτοῖς καὶ τάφον ἡτοιμασμένον τόπον κλισίαις κατεμέρισαν πλήρεις χαρμονῆς. (Septuagint, Liber Maccabees III 6:31)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 6:31)

  • Προφάσεις ζητεῖ ἀνὴρ βουλόμενος χωρίζεσθαι ἀπὸ φίλων, ἐν παντὶ δὲ καιρῷ ἐπονείδιστος ἔσται. (Septuagint, Liber Proverbiorum 18:1)

    (70인역 성경, 잠언 18:1)

  • ὁ ἀτιμάζων πατέρα καὶ ἀπωθούμενος μητέρα αὐτοῦ καταισχυνθήσεται καὶ ἐπονείδιστος ἔσται. (Septuagint, Liber Proverbiorum 19:24)

    (70인역 성경, 잠언 19:24)

  • α χάρις καὶ φιλία ἐλευθεροῖ, ἃς τήρησον σεαυτῷ, ἵνα μὴ ἐπονείδιστος γένῃ, ἀλλὰ φύλαξον τὰς ὁδούς σου εὐσυναλλάκτως. (Septuagint, Liber Proverbiorum 25:11)

    (70인역 성경, 잠언 25:11)

  • σοφὸς γίνου, υἱέ, ἵνα σου εὐφραίνηται ἡ καρδία, καὶ ἀπόστρεψον ἀπὸ σοῦ ἐπονειδίστους λόγους. (Septuagint, Liber Proverbiorum 27:11)

    (70인역 성경, 잠언 27:11)

  • καίτοι πῶς οὐκ ἀμαθία ἐστὶν αὕτη ἡ ἐπονείδιστος, ἡ τοῦ οἰέσθαι εἰδέναι ἃ οὐκ οἶδεν· (Plato, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 131:1)

    (플라톤, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 131:1)

  • καὶ δόξειεν ἂν δικαίως ἐπονείδιστος εἶναι, ὅτι οὐχ ᾗ ἄνθρωποί ἐσμεν ὑπάρχει, ἀλλ ᾗ ζῷα. (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 3 146:2)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 3 146:2)

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION