Ancient Greek-English Dictionary Language

ἐπινίκιος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἐπινίκιος ἐπινίκιον

Structure: ἐπινικι (Stem) + ος (Ending)

Etym.: ni/kh

Sense

  1. of victory, triumphal
  2. a song of victory, triumphal ode
  3. a sacrifice for a victory or feast in honour of it
  4. the prize of victory

Examples

  • εἴπωμεν ἕκαστοσ ἡμῶν ἕνα λόγον, ὃσ ὑπερισχύσει. καὶ οὗ ἐὰν φανῇ τὸ ρῆμα αὐτοῦ σοφώτερον τοῦ ἑτέρου, δώσει αὐτῷ Δαρεῖοσ ὁ βασιλεὺσ δωρεὰσ μεγάλασ καὶ ἐπινίκια μεγάλα (Septuagint, Liber Esdrae I 3:5)
  • ἐπινίκια δὲ ἄγοντεσ ἐν τῇ πατρίδι τοὺσ ἐμπρήσαντασ τοὺσ ἱεροὺσ πυλῶνασ. Καλλισθένην καί τινασ ἄλλουσ, ὑφῆψαν εἰσ ἓν οἰκίδιον πεφευγότασ, οἵτινεσ ἄξιον τῆσ δυσσεβείασ ἐκομίσαντο μισθόν. (Septuagint, Liber Maccabees II 8:33)
  • πρέποι γὰρ ἂν κἀμὲ νικηφόρον ὑμῖν συμπαρεῖναι καὶ ἑορτάξειν ἅμα καὶ τοὺσ γάμουσ καὶ τὰ ἐπινίκια. (Lucian, Dearum judicium, (no name) 16:2)
  • σὺ δὲ οἰσυΐνην ἀσπίδα ἔχων, εὐσταλὴσ καὶ κοῦφοσ εἰσ σωτηρίαν, ἕτοιμοσ ἑστιᾶσθαι τὰ ἐπινίκια, ἐπειδὰν θύῃ ὁ στρατηγὸσ νενικηκώσ. (Lucian, Gallus, (no name) 21:5)
  • καιρὸσ γὰρ σὲ ἤδη μὲν νενικηκότα τηλικαύτην μάχην ἐν Βαβυλῶνι εὐωχεῖσθαι τὰ ἐπινίκια ‐ ἐκστάδιοσ γὰρ οἶμαί σοι ἡ ἀρχή ‐ Τιμόλαον δὲ ἐν τῷ μέρει εὔχεσθαι ὅπερ ἂν ἐθέλῃ. (Lucian, 66:2)

Synonyms

  1. of victory

  2. a song of victory

  3. the prize of victory

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION