헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δύναμαι

-μι 무어간모음 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δύναμαι δυνήσομαι ἐδυνησάμην δεδύνημαι

형태분석: δύνα (어간) + μαι (인칭어미)

어원: decl. in pres. and imperf. like i(/stamai

  1.  
  2. 감히 ~하다, 모험하다, 위험을 감수하다
  1. (with infinitive) to be able, capable, strong enough to do
  2. (of moral possibility) to be able, to dare, to bear to do
  3. (with ὡς ‎(hōs) and a superlative) as much as one can

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 δύναμαι

(나는)  는다

δύνασαι

(너는)  는다

δύναται

(그는)  는다

쌍수 δύνασθον

(너희 둘은)  는다

δύνασθον

(그 둘은)  는다

복수 δυνάμεθα

(우리는)  는다

δύνασθε

(너희는)  는다

δύνανται

(그들은)  는다

접속법단수 δυνῶμαι

(나는)  자

δυνῇ

(너는)  자

δυνῆται

(그는)  자

쌍수 δυνῆσθον

(너희 둘은)  자

δυνῆσθον

(그 둘은)  자

복수 δυνώμεθα

(우리는)  자

δυνῆσθε

(너희는)  자

δυνῶνται

(그들은)  자

기원법단수 δυναίμην

(나는)  기를 (바라다)

δυναῖο

(너는)  기를 (바라다)

δυναῖτο

(그는)  기를 (바라다)

쌍수 δυναῖσθον

(너희 둘은)  기를 (바라다)

δυναίσθην

(그 둘은)  기를 (바라다)

복수 δυναίμεθα

(우리는)  기를 (바라다)

δυναῖσθε

(너희는)  기를 (바라다)

δυναῖντο

(그들은)  기를 (바라다)

명령법단수 δύνασο

(너는)  어라

δυνάσθω

(그는)  어라

쌍수 δύνασθον

(너희 둘은)  어라

δυνάσθων

(그 둘은)  어라

복수 δύνασθε

(너희는)  어라

δυνάσθων

(그들은)  어라

부정사 δύνασθαι

 는 것

분사 남성여성중성
δυναμενος

δυναμενου

δυναμενη

δυναμενης

δυναμενον

δυναμενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 δυνήσομαι

(나는)  겠다

δυνήσει, δυνήσῃ

(너는)  겠다

δυνήσεται

(그는)  겠다

쌍수 δυνήσεσθον

(너희 둘은)  겠다

δυνήσεσθον

(그 둘은)  겠다

복수 δυνησόμεθα

(우리는)  겠다

δυνήσεσθε

(너희는)  겠다

δυνήσονται

(그들은)  겠다

기원법단수 δυνησοίμην

(나는)  겠기를 (바라다)

δυνήσοιο

(너는)  겠기를 (바라다)

δυνήσοιτο

(그는)  겠기를 (바라다)

쌍수 δυνήσοισθον

(너희 둘은)  겠기를 (바라다)

δυνησοίσθην

(그 둘은)  겠기를 (바라다)

복수 δυνησοίμεθα

(우리는)  겠기를 (바라다)

δυνήσοισθε

(너희는)  겠기를 (바라다)

δυνήσοιντο

(그들은)  겠기를 (바라다)

부정사 δυνήσεσθαι

 을 것

분사 남성여성중성
δυνησομενος

δυνησομενου

δυνησομενη

δυνησομενης

δυνησομενον

δυνησομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐδυνάμην

(나는)  고 있었다

ἐδυνῶ, ἐδύνασο

(너는)  고 있었다

ἐδύνατο

(그는)  고 있었다

쌍수 ἐδύνασθον

(너희 둘은)  고 있었다

ἐδυνάσθην

(그 둘은)  고 있었다

복수 ἐδυνάμεθα

(우리는)  고 있었다

ἐδύνασθε

(너희는)  고 있었다

ἐδύναντο

(그들은)  고 있었다

단순 과거(Aorist) 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐδυνησάμην

(나는)  었다

ἐδυνήσω

(너는)  었다

ἐδυνήσατο

(그는)  었다

쌍수 ἐδυνήσασθον

(너희 둘은)  었다

ἐδυνησάσθην

(그 둘은)  었다

복수 ἐδυνησάμεθα

(우리는)  었다

ἐδυνήσασθε

(너희는)  었다

ἐδυνήσαντο

(그들은)  었다

접속법단수 δυνήσωμαι

(나는)  었자

δυνήσῃ

(너는)  었자

δυνήσηται

(그는)  었자

쌍수 δυνήσησθον

(너희 둘은)  었자

δυνήσησθον

(그 둘은)  었자

복수 δυνησώμεθα

(우리는)  었자

δυνήσησθε

(너희는)  었자

δυνήσωνται

(그들은)  었자

기원법단수 δυνησίμην

(나는)  었기를 (바라다)

δυνήσιο

(너는)  었기를 (바라다)

δυνήσιτο

(그는)  었기를 (바라다)

쌍수 δυνήσισθον

(너희 둘은)  었기를 (바라다)

δυνησίσθην

(그 둘은)  었기를 (바라다)

복수 δυνησίμεθα

(우리는)  었기를 (바라다)

δυνήσισθε

(너희는)  었기를 (바라다)

δυνήσιντο

(그들은)  었기를 (바라다)

명령법단수 δύνησαι

(너는)  었어라

δυνησάσθω

(그는)  었어라

쌍수 δυνήσασθον

(너희 둘은)  었어라

δυνησάσθων

(그 둘은)  었어라

복수 δυνήσασθε

(너희는)  었어라

δυνησάσθων

(그들은)  었어라

부정사 δυνήσεσθαι

 었는 것

분사 남성여성중성
δυνησαμενος

δυνησαμενου

δυνησαμενη

δυνησαμενης

δυνησαμενον

δυνησαμενου

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔστι δὲ αὕτη δυναμένη μὲν τὸ καθόλου, εἴδη δὲ ἔχουσα τέσσαρα· (Aristotle, Economics, Book 2 6:2)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 6:2)

  • Νηρῆοσ δ’ ἐγένοντο μεγήρατα τέκνα θεάων πόντῳ ἐν ἀτρυγέτῳ καὶ Δωρίδοσ ἠυκόμοιο, κούρησ Ὠκεανοῖο, τελήεντοσ ποταμοῖο, Πλωτώ τ’ Εὐκράντη τε Σαώ τ’ Ἀμφιτρίτη τε Εὐδώρη τε Θέτισ τε Γαλήνη τε Γλαύκη τε Κυμοθόη Σπειώ τε Θόη θ’ Ἀλίη τ’ ἐρόεσσα Πασιθέη τ’ Ἐρατώ τε καὶ Εὐνίκη ῥοδόπηχυσ καὶ Μελίτη χαρίεσσα καὶ Εὐλιμένη καὶ Ἀγαυὴ Δωτώ τε Πρωτώ τε Φέρουσά τε Δυναμένη τε Νησαίη τε καὶ Ἀκταίη καὶ Πρωτομέδεια Δωρὶσ καὶ Πανόπεια καὶ εὐειδὴσ Γαλάτεια Ἱπποθόη τ’ ἐρόεσσα καὶ Ἱππονόη ῥοδόπηχυσ Κυμοδόκη θ’, ἣ κύματ’ ἐν ἠεροειδέι πόντῳ πνοιάσ τε ζαέων ἀνέμων σὺν Κυματολήγῃ ῥεῖα πρηύ̈νει καὶ ἐυσφύρῳ Ἀμφιτρίτῃ, Κυμώ τ’ Ηιὄνη τε ἐυστέφανόσ θ’ Ἁλιμήδη Γλαυκονόμη τε φιλομμειδὴσ καὶ Ποντοπόρεια Ληαγόρη τε καὶ Εὐαγόρη καὶ Λαομέδεια Πουλυνόη τε καὶ Αὐτονόη καὶ Λυσιάνασσα Εὐάρνη τε φυήν τ’ ἐρατὴ καὶ εἶδοσ ἄμωμοσ καὶ Ψαμάθη χαρίεσσα δέμασ δίη τε Μενίππη Νησώ τ’ Εὐπόμπη τε Θεμιστώ τε Προνόη τε Νημερτήσ θ’, ἣ πατρὸσ ἔχει νόον ἀθανάτοιο. (Hesiod, Theogony, Book Th. 28:1)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 28:1)

  • Λητὼ δὲ γυνή τισ ἐγένετο Εὐαγόρου τοῦ Κυπρίων βασιλέωσ, καὶ ὅμωσ οὐκ ἠγανάκτησεν ἡ θεὸσ δυναμένη λίθον αὐτὴν ὥσπερ τὴν Νιόβην ἀπεργάσασθαι. (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 27:4)

    (루키아노스, Pro imaginibus, (no name) 27:4)

  • πῶσ δὲ κἀκείνη προσήσεταί σε οὐδὲ δυναμένη διαγνῶναι; (Lucian, Dialogi mortuorum, 5:4)

    (루키아노스, Dialogi mortuorum, 5:4)

  • καὶ ὁ μὲν Ἡγήσανδροσ ταῦτα λέγει, εἴδομεν δ’ αὐτὸ καὶ ἡμεῖσ ἀνακείμενον ἐν Δελφοῖσ ὡσ ἀληθῶσ θέασ ἄξιον διὰ τὰ ἐν αὐτῷ ἐντετορευμένα ζῳδάρια καὶ ἄλλα τινὰ ζῳύφια καὶ φυτάρια, ἐπιτίθεσθαι ἐπ’ αὐτῷ δυνάμενα καὶ κρατῆρασ καὶ ἄλλα σκεύη, ἡ δ’ ὑπ’ Ἀλεξανδρέων καλουμένη ἀγγοθήκη τρίγωνόσ ἐστι, κατὰ μέσον κοίλη, δέχεσθαι δυναμένη ἐντιθέμενον κεράμιον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 45 4:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 45 4:2)

유의어

  1.  

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION