헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαμαρτύρομαι

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διαμαρτύρομαι

형태분석: δια (접두사) + μαρτύρ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 반대하다, 비난하다, 소리치며 반대하다
  2. 반대하다, 비난하다, 소리치며 반대하다
  3. 간청하다
  1. to protest solemnly, to protest
  2. to protest, asseverate
  3. to beg earnestly, conjure

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαμαρτύρομαι

(나는) 반대한다

διαμαρτύρει, διαμαρτύρῃ

(너는) 반대한다

διαμαρτύρεται

(그는) 반대한다

쌍수 διαμαρτύρεσθον

(너희 둘은) 반대한다

διαμαρτύρεσθον

(그 둘은) 반대한다

복수 διαμαρτυρόμεθα

(우리는) 반대한다

διαμαρτύρεσθε

(너희는) 반대한다

διαμαρτύρονται

(그들은) 반대한다

접속법단수 διαμαρτύρωμαι

(나는) 반대하자

διαμαρτύρῃ

(너는) 반대하자

διαμαρτύρηται

(그는) 반대하자

쌍수 διαμαρτύρησθον

(너희 둘은) 반대하자

διαμαρτύρησθον

(그 둘은) 반대하자

복수 διαμαρτυρώμεθα

(우리는) 반대하자

διαμαρτύρησθε

(너희는) 반대하자

διαμαρτύρωνται

(그들은) 반대하자

기원법단수 διαμαρτυροίμην

(나는) 반대하기를 (바라다)

διαμαρτύροιο

(너는) 반대하기를 (바라다)

διαμαρτύροιτο

(그는) 반대하기를 (바라다)

쌍수 διαμαρτύροισθον

(너희 둘은) 반대하기를 (바라다)

διαμαρτυροίσθην

(그 둘은) 반대하기를 (바라다)

복수 διαμαρτυροίμεθα

(우리는) 반대하기를 (바라다)

διαμαρτύροισθε

(너희는) 반대하기를 (바라다)

διαμαρτύροιντο

(그들은) 반대하기를 (바라다)

명령법단수 διαμαρτύρου

(너는) 반대해라

διαμαρτυρέσθω

(그는) 반대해라

쌍수 διαμαρτύρεσθον

(너희 둘은) 반대해라

διαμαρτυρέσθων

(그 둘은) 반대해라

복수 διαμαρτύρεσθε

(너희는) 반대해라

διαμαρτυρέσθων, διαμαρτυρέσθωσαν

(그들은) 반대해라

부정사 διαμαρτύρεσθαι

반대하는 것

분사 남성여성중성
διαμαρτυρομενος

διαμαρτυρομενου

διαμαρτυρομενη

διαμαρτυρομενης

διαμαρτυρομενον

διαμαρτυρομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεμαρτυρόμην

(나는) 반대하고 있었다

διεμαρτύρου

(너는) 반대하고 있었다

διεμαρτύρετο

(그는) 반대하고 있었다

쌍수 διεμαρτύρεσθον

(너희 둘은) 반대하고 있었다

διεμαρτυρέσθην

(그 둘은) 반대하고 있었다

복수 διεμαρτυρόμεθα

(우리는) 반대하고 있었다

διεμαρτύρεσθε

(너희는) 반대하고 있었다

διεμαρτύροντο

(그들은) 반대하고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὑπὲρ δὲ τοῦ τὴν δίκην εἰσαγώγιμον εἶναι ὁ νόμοσ αὐτὸσ διαμαρτύρεται, κελεύων τὰσ δίκασ εἶναι τὰσ ἐμπορικὰσ τῶν συμβολαίων τῶν Ἀθήνησιν καὶ εἰσ τὸ Ἀθηναίων ἐμπόριον, καὶ οὐ μόνον τῶν Ἀθήνησιν, ἀλλὰ καὶ ὅσα ἂν γένηται ἕνεκα τοῦ πλοῦ τοῦ Ἀθήναζε. (Demosthenes, Speeches 31-40, 60:2)

    (데모스테네스, Speeches 31-40, 60:2)

  • ἑτέρωθι δ’ αὖ βραχύτερον μὲν, γνωρίμωσ δ’ οὐχ ἧττον διαμαρτύρεται τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν. (Aristides, Aelius, Orationes, 27:8)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 27:8)

  • ὅτι γὰρ οὐδὲν οὔτε τῶν ἀδυνάτων οὔτε τῶν ἀπεικότων καὶ τὰ βέλτιστα λέγοντασ ὑπὲρ τοῦ δήμου τῷ δήμῳ προσκροῦσαι, ἀλλὰ καὶ τοῦτ’ αὐτὸ τῶν συμφορῶν ἐπιεικῶσ αἴτιον γίγνεται, τὸ μὴ βούλεσθαι τῆσ ὀρθοτάτησ ἀφεῖσθαι γνώμησ, οὐ τῶν μάντεων ἀκούσαντα δεῖ γνῶναι, ἀλλ’ ὁ πολλῶν δήμων καὶ πόλεων ἀντάξιοσ Πλάτων ὁ τοῦ Ἀρίστωνοσ διαμαρτύρεται διαρρήδην οὑτωσὶ λέγων, καὶ ταῦτ’ ἐν αὐτοῖσ οἷσ Σωκράτησ ἐκινδύνευσεν οὐχὶ δικαίωσ αὐτῷ. (Aristides, Aelius, Orationes, 148:4)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 148:4)

  • πλὴν ὅτι τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον κατὰ πόλιν διαμαρτύρεταί μοι λέγον ὅτι δεσμὰ καὶ θλίψεισ με μένουσιν· (, chapter 19 68:1)

    (, chapter 19 68:1)

유의어

  1. 반대하다

  2. 간청하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION