고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: διαλεκτικός διαλεκτική διαλεκτικόν
Structure: διαλεκτικ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | διαλεκτικός | διαλεκτική | διαλεκτικόν |
Genitive | διαλεκτικοῦ | διαλεκτικῆς | διαλεκτικοῦ | |
Dative | διαλεκτικῷ | διαλεκτικῇ | διαλεκτικῷ | |
Accusative | διαλεκτικόν | διαλεκτικήν | διαλεκτικόν | |
Vocative | διαλεκτικέ | διαλεκτική | διαλεκτικόν | |
Dual | N/A/V | διαλεκτικώ | διαλεκτικᾱ́ | διαλεκτικώ |
G/D | διαλεκτικοῖν | διαλεκτικαῖν | διαλεκτικοῖν | |
Plural | Nominative | διαλεκτικοί | διαλεκτικαί | διαλεκτικά |
Genitive | διαλεκτικῶν | διαλεκτικῶν | διαλεκτικῶν | |
Dative | διαλεκτικοῖς | διαλεκτικαῖς | διαλεκτικοῖς | |
Accusative | διαλεκτικούς | διαλεκτικᾱ́ς | διαλεκτικά | |
Vocative | διαλεκτικοί | διαλεκτικαί | διαλεκτικά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | διαλεκτικός διαλεκτικοῦ | διαλεκτικότερος διαλεκτικοτεροῦ | διαλεκτικότατος διαλεκτικοτατοῦ |
Adverb | διαλεκτικώς | διαλεκτικότερον | διαλεκτικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기