헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ξίφος

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ξίφος ξίφους

형태분석: ξιφο (어간) + ς (어미)

  1. 검, 칼, 사소한 질문, 나발, 협로
  2. 황새치
  1. sword, the short, straight, double-edged sword of the Iron Age and Classical Antiquity.
  2. the sword-shaped bone of the cuttlefish
  3. swordfish

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ξίφος

검이

ξίφει

검들이

ξίφη

검들이

속격 ξίφους

검의

ξίφοιν

검들의

ξιφέων

검들의

여격 ξίφει

검에게

ξίφοιν

검들에게

ξίφεσιν*

검들에게

대격 ξίφος

검을

ξίφει

검들을

ξίφη

검들을

호격 ξίφος

검아

ξίφει

검들아

ξίφη

검들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • λόγοσ κενῶσ μὲν ἐξενεχθεὶσ θήγει τὰ ξίφη, δεξιῶσ δὲ τεθεὶσ καὶ τὰσ ἠκονημένασ λόγχασ ἀπαμβλύνει· (Demades, On the Twelve Years, 40:1)

    (데마데스, On the Twelve Years, 40:1)

  • ἄγγελοι δὲ καὶ ὑπηρέται αὐτοῦ μάλα πολλοί, ὡσ ὁρᾷσ, ἠπίαλοι καὶ πυρετοὶ καὶ φθόαι καὶ περιπλευμονίαι καὶ ξίφη καὶ λῃστήρια καὶ κώνεια καὶ δικασταὶ καὶ τύραννοι· (Lucian, Contemplantes, (no name) 17:2)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 17:2)

  • ὑμᾶσ δ’ ἀυτῶ τοὺσ ἄγαν ἐρρωμένουσ, Λαερτίου παῖ, θηκτὰ κοιμίσαι ξίφη. (Euripides, Rhesus, episode 2:20)

    (에우리피데스, Rhesus, episode 2:20)

  • ἐνόπλιοσ δὲ αὐτῶν ἡ ὄρχησισ ἦν, τὰ ξίφη μεταξὺ κροτούντων πρὸσ τὰσ ἀσπίδασ καὶ πηδώντων ἔνθεὸν τι καὶ πολεμικόν. (Lucian, De saltatione, (no name) 8:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 8:2)

  • εἶτ’ ἐπειδὰν πέσωσιν, ὅμοιοι μάλιστα φαίνονται τοῖσ τραγικοῖσ ὑποκριταῖσ, ὧν πολλοὺσ ἰδεῖν ἔνεστι τέωσ μὲν Κέκροπασ δῆθεν ὄντασ ἢ Σισύφουσ ἢ Τηλέφουσ, διαδήματα ἔχοντασ καὶ ξίφη ἐλεφαντόκωπα καὶ ἐπίσειστον κόμην καὶ χλαμύδα· (Lucian, Gallus, (no name) 26:4)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 26:4)

유의어

  1. 황새치

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION