헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

αὐστηρός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: αὐστηρός αὐστηρά̄ αὐστηρόν

형태분석: αὐστηρ (어간) + ος (어미)

어원: au)/w to dry

  1. 쓴, 쓴 맛의, 씁쓸한
  1. bitter, harsh

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 αὐστηρός

쓴 (이)가

αὐστηρᾱ́

쓴 (이)가

αὐστηρόν

쓴 (것)가

속격 αὐστηροῦ

쓴 (이)의

αὐστηρᾶς

쓴 (이)의

αὐστηροῦ

쓴 (것)의

여격 αὐστηρῷ

쓴 (이)에게

αὐστηρᾷ

쓴 (이)에게

αὐστηρῷ

쓴 (것)에게

대격 αὐστηρόν

쓴 (이)를

αὐστηρᾱ́ν

쓴 (이)를

αὐστηρόν

쓴 (것)를

호격 αὐστηρέ

쓴 (이)야

αὐστηρᾱ́

쓴 (이)야

αὐστηρόν

쓴 (것)야

쌍수주/대/호 αὐστηρώ

쓴 (이)들이

αὐστηρᾱ́

쓴 (이)들이

αὐστηρώ

쓴 (것)들이

속/여 αὐστηροῖν

쓴 (이)들의

αὐστηραῖν

쓴 (이)들의

αὐστηροῖν

쓴 (것)들의

복수주격 αὐστηροί

쓴 (이)들이

αὐστηραί

쓴 (이)들이

αὐστηρά

쓴 (것)들이

속격 αὐστηρῶν

쓴 (이)들의

αὐστηρῶν

쓴 (이)들의

αὐστηρῶν

쓴 (것)들의

여격 αὐστηροῖς

쓴 (이)들에게

αὐστηραῖς

쓴 (이)들에게

αὐστηροῖς

쓴 (것)들에게

대격 αὐστηρούς

쓴 (이)들을

αὐστηρᾱ́ς

쓴 (이)들을

αὐστηρά

쓴 (것)들을

호격 αὐστηροί

쓴 (이)들아

αὐστηραί

쓴 (이)들아

αὐστηρά

쓴 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διὸ ἐνίοτε ἀνομοίοισ χαίρουσιν, οἱο͂ν αὐστηροὶ εὐτραπέλοισ καὶ ὀξεῖσ ῥαθύμοισ. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 7 122:1)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 7 122:1)

  • "ταῦθ’ οἱ μὲν αὐστηροὶ καὶ χαρίεντεσ ἠγάπησαν ὑπερφυῶσ, οἱ δ’ ἄνανδροι καὶ διατεθρυμμένοι τὰ ὦτα δι’ ἀμουσίαν καὶ ἀπειροκαλίαν, οὕσ φησιν Ἀριστόξενοσ χολὴν ἐμεῖν, ὅταν ἐναρμονίου ἀκούσωσιν, ἐξέβαλον· (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 7, 5:3)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 7, 5:3)

  • ἕτεροι δὲ αὐστηροὶ καὶ σώφρονεσ εἶναι λέγοντεσ ἀποκναίουσιν ἀηδίᾳ, μήτε ποτοῦ τὸ μέτριον μήτε λαλιᾶσ κοινωνεῖν ἀξιοῦντεσ. (Dio, Chrysostom, Orationes, 6:1)

    (디오, 크리소토모스, 연설 (2), 6:1)

유의어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION