헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄτροπος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἄτροπος ἄτροπη ἄτροπον

형태분석: ἀ (접두사) + τροπ (어간) + ος (어미)

어원: tre/pw

  1. 영원한, 끝없는, 계속되는
  2. 구부러지지 않는, 굳은, 경직된
  1. unchangeable, eternal
  2. inflexible, unbending

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ά̓τροπος

영원한 (이)가

ἄτρόπη

영원한 (이)가

ά̓τροπον

영원한 (것)가

속격 ἀτρόπου

영원한 (이)의

ἄτρόπης

영원한 (이)의

ἀτρόπου

영원한 (것)의

여격 ἀτρόπῳ

영원한 (이)에게

ἄτρόπῃ

영원한 (이)에게

ἀτρόπῳ

영원한 (것)에게

대격 ά̓τροπον

영원한 (이)를

ἄτρόπην

영원한 (이)를

ά̓τροπον

영원한 (것)를

호격 ά̓τροπε

영원한 (이)야

ἄτρόπη

영원한 (이)야

ά̓τροπον

영원한 (것)야

쌍수주/대/호 ἀτρόπω

영원한 (이)들이

ἄτρόπᾱ

영원한 (이)들이

ἀτρόπω

영원한 (것)들이

속/여 ἀτρόποιν

영원한 (이)들의

ἄτρόπαιν

영원한 (이)들의

ἀτρόποιν

영원한 (것)들의

복수주격 ά̓τροποι

영원한 (이)들이

ά̓́τροπαι

영원한 (이)들이

ά̓τροπα

영원한 (것)들이

속격 ἀτρόπων

영원한 (이)들의

ἄτροπῶν

영원한 (이)들의

ἀτρόπων

영원한 (것)들의

여격 ἀτρόποις

영원한 (이)들에게

ἄτρόπαις

영원한 (이)들에게

ἀτρόποις

영원한 (것)들에게

대격 ἀτρόπους

영원한 (이)들을

ἄτρόπᾱς

영원한 (이)들을

ά̓τροπα

영원한 (것)들을

호격 ά̓τροποι

영원한 (이)들아

ά̓́τροπαι

영원한 (이)들아

ά̓τροπα

영원한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "εἰ, ἀτρόποισ χρῷτο τοῖσ νόμοισ τῆσ πατρίδοσ. (Plutarch, Septem sapientium convivium, chapter, section 7 4:2)

    (플루타르코스, Septem sapientium convivium, chapter, section 7 4:2)

  • ταύτησ δ’ ἐφαψάμενον αὖθισ ἐπὶ τὴν τῆσ Ἀτρόπου ἄγειν νῆσιν, ἀμετάστροφα τὰ ἐπικλωσθέντα ποιοῦντα· (Plato, Republic, book 10 476:2)

    (플라톤, Republic, book 10 476:2)

  • ἣ μὲν ὑφήσσων Ἀτροποσ οὔ τι πέλεν μεγάλη θεόσ, ἀλλ’ ἄρα ἥ γε τῶν γε μὲν ἀλλάων προφερήσ τ’ ἦν πρεσβυτάτη τε. (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 25:8)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 25:8)

  • εἰ γὰρ μὴ ὁ γενναιότατοσ οὗτοσ, ὁ τὸ ξύλον, συνήργησέ μοι καὶ συλλαβόντεσ αὐτὸν ἐδήσαμεν, κἂν ᾤχετο ἡμᾶσ ἀποφυγών ἀφ’ οὗ γάρ μοι παρέδωκεν αὐτὸν ἡ Ἄτροποσ, παρ’ ὅλην τὴν ὁδὸν ἀντέτεινε καὶ ἀντέσπα, καὶ τὼ πόδε ἀντερείδων πρὸσ τὸ ἔδαφοσ οὐ παντελῶσ εὐάγωγοσ ἦν· (Lucian, Cataplus, (no name) 4:2)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 4:2)

  • "τέτταρασ, ὡσ ὁρᾷσ, πρὸσ τοῖσ χιλίοισ ἔχει τὸ σύμβολον ἐγκεχαραγμένουσ, σὺ δέ μοι παρ’ ἕνα ἥκεισ ἄγων, εἰ μὴ τοῦτο φήσ, ὡσ παραλελόγισταὶ σε ἡ Ἄτροποσ. (Lucian, Cataplus, (no name) 4:8)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 4:8)

  • ἐγὼ δὲ ἅτε μηδὲν ἔχων ἐνέχυρον ἐν τῷ βίῳ, οὐκ ἀγρόν, οὐ συνοικίαν, οὐ χρυσόν, οὐ σκεῦοσ, οὐ δόξαν, οὐκ εἰκόνασ, εἰκότωσ εὔζωνοσ ἦν, κἀπειδὴ μόνον ἡ Ἄτροποσ ἔνευσέ μοι, ἄσμενοσ ἀπορρίψασ τὴν σμίλην καὶ τὸ κάττυμα ‐ κρηπῖδα γάρ τινα ἐν ταῖν χεροῖν εἶχον ‐ ἀναπηδήσασ εὐθὺσ ἀνυπόδητοσ οὐδὲ τὴν μελαντηρίαν ἀπονιψάμενοσ εἱπόμην, μᾶλλον δὲ ἡγούμην, ἐσ τὸ πρόσω ὁρῶν οὐδὲν γάρ με τῶν κατόπιν ἐπέστρεφε καὶ μετεκάλει. (Lucian, Cataplus, (no name) 14:14)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 14:14)

  • οὐ τρεῖσ αἱ Μοῖραί εἰσι, Κλωθὼ καὶ Λάχεσισ, οἶμαι, καὶ Ἄτροποσ; (Lucian, Juppiter confuatus, (no name) 2:8)

    (루키아노스, Juppiter confuatus, (no name) 2:8)

유의어

  1. 영원한

  2. 구부러지지 않는

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION