헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀνίκητος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀνίκητος ἀνίκητος ἀνίκητον

형태분석: ἀ (접두사) + νικητ (어간) + ος (어미)

어원: nika/w

  1. 정복하기 어려운, 눌리지 않은, 정복되지 않은, 정복할 수 없는
  1. unconquered, unconquerable, invincible

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἀνίκητος

정복하기 어려운 (이)가

ἀνίκητον

정복하기 어려운 (것)가

속격 ἀνικήτου

정복하기 어려운 (이)의

ἀνικήτου

정복하기 어려운 (것)의

여격 ἀνικήτῳ

정복하기 어려운 (이)에게

ἀνικήτῳ

정복하기 어려운 (것)에게

대격 ἀνίκητον

정복하기 어려운 (이)를

ἀνίκητον

정복하기 어려운 (것)를

호격 ἀνίκητε

정복하기 어려운 (이)야

ἀνίκητον

정복하기 어려운 (것)야

쌍수주/대/호 ἀνικήτω

정복하기 어려운 (이)들이

ἀνικήτω

정복하기 어려운 (것)들이

속/여 ἀνικήτοιν

정복하기 어려운 (이)들의

ἀνικήτοιν

정복하기 어려운 (것)들의

복수주격 ἀνίκητοι

정복하기 어려운 (이)들이

ἀνίκητα

정복하기 어려운 (것)들이

속격 ἀνικήτων

정복하기 어려운 (이)들의

ἀνικήτων

정복하기 어려운 (것)들의

여격 ἀνικήτοις

정복하기 어려운 (이)들에게

ἀνικήτοις

정복하기 어려운 (것)들에게

대격 ἀνικήτους

정복하기 어려운 (이)들을

ἀνίκητα

정복하기 어려운 (것)들을

호격 ἀνίκητοι

정복하기 어려운 (이)들아

ἀνίκητα

정복하기 어려운 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ἀνίκητος

ἀνικήτου

정복하기 어려운 (이)의

ἀνικητότερος

ἀνικητοτέρου

더 정복하기 어려운 (이)의

ἀνικητότατος

ἀνικητοτάτου

가장 정복하기 어려운 (이)의

부사 ἀνικήτως

ἀνικητότερον

ἀνικητότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ γὰρ ἀναιμωτί γε διακρινθήμεναι οἰώ, συμπεσόντων ὅπλοισ ἀνικήτοισ φρονημάτων ἀδουλώτων. (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 13 2:1)

    (플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 13 2:1)

  • ὄνομα γὰρ καὶ δόξα τούτων ἐπιφανεστάτη διεπέμπετο πρὸσ αὐτὸν ὥσπερ ἀθλητῶν μυρίοισ ἐγγεγυμνασμένων πολέμοισ οὐ γὰρ ἀναιμωτί γε διακρινθήμεναι οἰώ, συμπεσόντων ὅπλοισ ἀνικήτοισ φρονημάτων ἀδουλώτων. (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 13 5:1)

    (플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 13 5:1)

  • τοῦ μὲν οὖν μονίμου καὶ βεβαίου καὶ μετὰ νοῦ καταφανοῦσ μονίμουσ καὶ ἀμεταπτώτουσ ‐ καθ’ ὅσον οἱο͂́ν τε καὶ ἀνελέγκτοισ προσήκει λόγοισ εἶναι καὶ ἀνικήτοισ, τούτου δεῖ μηδὲν ἐλλείπειν ‐ τοὺσ δὲ τοῦ πρὸσ μὲν ἐκεῖνο ἀπεικασθέντοσ, ὄντοσ δὲ εἰκόνοσ εἰκότασ ἀνὰ λόγον τε ἐκείνων ὄντασ· (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 74:4)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 74:4)

  • συναγωνιζομένων καὶ τὴν παρ’ Ἀλεξάνδρου προαγωγὴν ἑαυτὸν ᾤετο δεῖν ἔχειν τὴν τῶν πάντων ἡγεμονίαν, Ἀντιγένησ δὲ τῶν ἀργυρασπίδων Μακεδόνων στρατηγῶν ἔφη δεῖν δοθῆναι τὴν ἐξουσίαν τῆσ αἱρέσεωσ τοῖσ μετ’ αὐτοῦ Μακεδόσιν, συγκαταπεπολεμηκόσιν Ἀλεξάνδρῳ τὴν Ἀσίαν καὶ γεγονόσι διὰ τὰσ ἀρετὰσ ἀνικήτοισ. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 15 2:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 15 2:1)

  • ἐν γὰρ ταῖσ συμφοραῖσ αὐτῶν τὸ μῖσοσ τῶν ἀδικουμένων ἔλαβε καιρὸν ἀμύνασθαι τοὺσ προηδικηκότασ, καὶ τοῖσ ἐκ προγόνων ἀνικήτοισ γεγονόσι τοσαύτη καταφρόνησισ ἐπηκολούθησεν, ὅσην εἰκόσ ἐστι γενέσθαι κατὰ τῶν ἀναιρούντων τὰσ τῶν προγόνων ἀρετάσ. (Diodorus Siculus, Library, book xv, chapter 1 5:1)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xv, chapter 1 5:1)

유의어

  1. 정복하기 어려운

    • ἄμαχος (정복하기 어려운, 난공불락의, 정복되지 않은)

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION