- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀναιμωτί?

형용사; 로마알파벳 전사: anaimōti 고전 발음: [아나모:띠] 신약 발음: [아내모띠]

기본형: ἀναιμωτί

어원: αἱμόω

  1. without shedding blood

예문

  • ὀξὺς γὰρ ὁ πέλεκύς ἐστι καὶ οὐκ ἀναιμωτὶ οὐδὲ κατὰ τὴν Εἰλήθυιαν μαιώσεταί σε. (Lucian, Dialogi deorum, 1:10)

    (루키아노스, Dialogi deorum, 1:10)

  • ὥστε οὐκ ἂν φθάνοις ἑστιῶν ἡμᾶς ἡδίστην ταύτην ἑστίασιν, ἧς οὐκ οἶδα τις ^ ἡδίων ἔμοιγε, καὶ μάλιστα ὅσῳ νήφοντες ἐν εἰρήνῃ καὶ ἀναιμωτὶ ἔξω βέλους ἑστιασόμεθα, εἴτε γέροντες ἐπαρῴνησάν τι παρὰ τὸ δεῖπνον εἴτε νέοι, εἰπεῖν τε ὅσα ἥκιστα ἐχρῆν ὑπὸ τοῦ ἀκράτου προαχθέντες καὶ πρᾶξαι. (Lucian, Symposium, (no name) 2:2)

    (루키아노스, Symposium, (no name) 2:2)

  • ἀλλ οὐκ ἀναιμωτί γε ὑμεῖς οὐδὲ ἄνευ τραυμάτων. (Lucian, Timon, (no name) 57:6)

    (루키아노스, Timon, (no name) 57:6)

  • ἐγὼ δὲ εἰ μὴ μικρὰ τὰ ἑσπέρια δόξας ἐπὶ τὴν ἑώ μᾶλλον ὡρ´μησα, τί ἂν μέγα ἔπραξα Ἰταλίαν ἀναιμωτὶ λαβὼν καὶ Λιβύην καὶ τὰ μέχρι Γαδείρων ὑπαγόμενος· (Lucian, Dialogi mortuorum, 14:4)

    (루키아노스, Dialogi mortuorum, 14:4)

  • καὶ τοὺς Ἕλληνας δὲ τοὺς μὲν ἀναιμωτὶ παρέλαβον, Θηβαίους δὲ ἴσως ἀκούεις ὅπως μετῆλθον. (Lucian, Dialogi mortuorum, 5:3)

    (루키아노스, Dialogi mortuorum, 5:3)

유의어

  1. without shedding blood

관련어

명사

형용사

동사

부사

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION