- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πρωτοστάτης?

1군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: prōtostatēs 고전 발음: [로:또따떼:] 신약 발음: [로또따떼]

기본형: πρωτοστάτης πρωτοστάτου

형태분석: πρωτοστατ (어간) + ης (어미)

어원: στῆναι

  1. one who stands first, especially the first man on the right of the line; right-hand man, (in the plural) the front-rank men
  2. the lochagos
  3. man in the uneven rows in a lochos, as opposed to the epistates

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀνάγκη δὲ καὶ θλῖψις αὐτὸν καθέξει ὥσπερ στρατηγὸς πρωτοστάτης πίπτων. (Septuagint, Liber Iob 15:24)

    (70인역 성경, 욥기 15:24)

  • καὶ τούτους οἱ μὲν πρωτοστάται ἐς προβολὴν ἐχόντων, ὡς εἰ πελάζοιεν αὐτοῖς οἱ πολέμιοι, κατὰ τὰ στήθη μάλιστα τῶν ἵππων τίθεσθαι τῶν κοντῶν τὸν σίδηρον: (Arrian, Acies Contra Alanos 22:3)

    (아리아노스, Acies Contra Alanos 22:3)

  • ὃ δὲ αὐτὸς καὶ πρωτοστάτης καὶ ἡ γεμὼν καλεῖται. (Arrian, chapter 5 11:5)

    (아리아노스, chapter 5 11:5)

  • ᾿πιν ἑστὼς ἐπιστάτης καλεῖται, ὁ δὲ αὖ κατόπιν τούτου πρωτοστάτης, ὁ δ᾿ ἐπὶ τούτῳ ἐπιστάτης, καὶ ἐφεξῆς ὡσαύτως, ὡς τὸν πάντα τοῦ λόχου στίχον ἐκ πρωτοστατῶν καὶ ἐπιστατῶν τετάχθαι παραλλὰξ ἱσταμένων. (Arrian, chapter 6 6:3)

    (아리아노스, chapter 6 6:3)

유의어

  1. one who stands first

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION