- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀκοίτης?

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: akoitēs 고전 발음: [아꼬떼:] 신약 발음: [아뀌떼]

기본형: ἀκοίτης

형태분석: ἀκοιτ (어간) + ης (어미)

어원: 계사 α , κοίτη, cf. ἄλοχος

  1. 남편, 배우자, 양반, 남
  1. a bedfellow, spouse, husband.

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἀκοίτης

남편이

ἀκοίτα

남편들이

ἀκοῖται

남편들이

속격 ἀκοίτου

남편의

ἀκοίταιν

남편들의

ἀκοιτῶν

남편들의

여격 ἀκοίτῃ

남편에게

ἀκοίταιν

남편들에게

ἀκοίταις

남편들에게

대격 ἀκοίτην

남편을

ἀκοίτα

남편들을

ἀκοίτας

남편들을

호격 ἀκοῖτα

남편아

ἀκοίτα

남편들아

ἀκοῖται

남편들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τόφρα δὲ Δαρδανίην καὶ Τρώιον οὖδας ἀμείψας Ἰσμαρίδος μεθέηκε παραπλώων στόμα λίμνης, αἶψα δὲ Θρηικίοιο μετ οὔρεα Παγγαίοιο Φυλλίδος ἀντέλλοντα φιλήνορος ἔδρακε τύμβον καὶ δρόμον ἐννεάκυκλον ἀλήμονος εἶδε κελεύθου, ἔνθα διαστείχουσα κινύρεο, Φυλλίς, ἀκοίτην δεχνυμένη παλίνορσον ἀπήμονα Δημοφόωντα, ὁππότε νοστήσειεν Ἀθηναίης ἀπὸ δήμων. (Colluthus, Rape of Helen, book 1108)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 1108)

  • ἣ δὲ καὶ ὣς κατὰ θυμὸν ἑὸν τίεσκεν ἀκοίτην, ὡς οὔ πώ τις ἔτισε γυναικῶν θηλυτεράων: (Hesiod, Shield of Heracles, Book Sh. 2:5)

    (헤시오도스, 헤라클레스의 방패, Book Sh. 2:5)

  • οἱᾶ δ ἀκοίτην κουρίδιον θαλεροῖσι δάμαρ προσπτύσσετο μύθοις: (Apollodorus, Argonautica, book 4 17:13)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 4 17:13)

  • "σχέτλιοί ἐστε, θεοί, ζηλήμονες ἔξοχον ἄλλων, οἵ τε θεαῖς ἀγάασθε παρ ἀνδράσιν εὐνάζεσθαι ἀμφαδίην, ἤν τίς τε φίλον ποιήσετ ἀκοίτην. (Homer, Odyssey, Book 5 11:2)

    (호메로스, 오디세이아, Book 5 11:2)

  • ᾗ τε καὶ ἄλλως κεῖται ἐν ἄλγεσι θυμός, ἐπεὶ φίλον ὤλες ἀκοίτην. (Homer, Odyssey, Book 21 7:2)

    (호메로스, 오디세이아, Book 21 7:2)

유의어

  1. 남편

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION