헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀκατάληπτος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀκατάληπτος ἀκατάληπτος ἀκατάληπτον

형태분석: ἀ (접두사) + καταληπτ (어간) + ος (어미)

  1. Not to be seized or conquered
  2. incomprehensible

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἀκατάληπτος

(이)가

ἀκατάληπτον

(것)가

속격 ἀκαταλήπτου

(이)의

ἀκαταλήπτου

(것)의

여격 ἀκαταλήπτῳ

(이)에게

ἀκαταλήπτῳ

(것)에게

대격 ἀκατάληπτον

(이)를

ἀκατάληπτον

(것)를

호격 ἀκατάληπτε

(이)야

ἀκατάληπτον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀκαταλήπτω

(이)들이

ἀκαταλήπτω

(것)들이

속/여 ἀκαταλήπτοιν

(이)들의

ἀκαταλήπτοιν

(것)들의

복수주격 ἀκατάληπτοι

(이)들이

ἀκατάληπτα

(것)들이

속격 ἀκαταλήπτων

(이)들의

ἀκαταλήπτων

(것)들의

여격 ἀκαταλήπτοις

(이)들에게

ἀκαταλήπτοις

(것)들에게

대격 ἀκαταλήπτους

(이)들을

ἀκατάληπτα

(것)들을

호격 ἀκατάληπτοι

(이)들아

ἀκατάληπτα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱο͂ν εἰ ἐπὶ τοῦ συγκαταθετικοῦ τόπου παρισταμένων φαντασιῶν τῶν μὲν καταληπτικῶν, τῶν δ’ ἀκαταλήπτων μὴ ταύτασ διακρίνειν θέλοιμεν, ἀλλ’ ἀναγιγνώσκειν τὰ Περὶ καταλήψεωσ. (Epictetus, Works, book 4, 13:1)

    (에픽테토스, Works, book 4, 13:1)

  • ἐφεκτικοὶ δὲ ὅσοι ἐπέχουσι περὶ αὐτῶν ὡσ ἀκαταλήπτων. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, , PROOIMION 16:3)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, , PROOIMION 16:3)

  • καὶ γὰρ ἐκείνων τινὲσ βουλόμενοι περί τε τῶν προφανῶσ καταληπτῶν εἶναι δοκούντων καὶ περὶ τῶν ἀκαταλήπτων εἰσ ἀπορίαν ἄγειν τοὺσ προσδιαλεγομένουσ τοιαύταισ χρῶνται παραδοξολογίαισ καὶ τοιαύτασ εὐποροῦσι πιθανότητασ ὥστε διαπορεῖν εἰ δυνατόν ἐστι τοὺσ ἐν Ἀθήναισ ὄντασ ὀσφραίνεσθαι τῶν ἑψομένων ᾠῶν ἐν Ἐφέσῳ καὶ διστάζειν μή πωσ, καθ’ ὃν καιρὸν ἐν Ἀκαδημείᾳ διαλέγονται περὶ τούτων, οὐχ ὕπαρ, ἀλλ’ ὄναρ ἐν οἴκῳ κατακείμενοι τούτουσ διατίθενται τοὺσ λόγουσ. (Polybius, Histories, book 12, chapter 26c 2:1)

    (폴리비오스, Histories, book 12, chapter 26c 2:1)

유의어

  1. incomprehensible

파생어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION