헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀκακίᾱ

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀκακίᾱ ἀκακίας

형태분석: ἀκακι (어간) + ᾱ (어미)

어원: from a)/kakos

  1. An acacia tree (tribe Acacieae).

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τάδε πεπτήρια· καὶ κατὰ τοῦ στέρνου ἐσ στῦψιν ἐπίθημα, νάρδοι, μαστίχαι, ἀλόαι, ἀκακίαι, καὶ μήλων κυδωνίων ὁ χυλὸσ, καὶ αὐταὶ δὲ τῶν μήλων αἱ σάρκεσ ἀμφιθλασθεῖσαι ξὺν φοίνιξι ἐπίθημα στῦφον. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU XRONIWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 50)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU XRONIWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 50)

  • Τοῦ Δαυί̈δ. ‐ ̀ρ̀ν̀ρ̀ν̀ρ̀ν̀ρ̀ν ΚΡΙΝΟΝ με, Κύριε, ὅτι ἐγὼ ἐν ἀκακίᾳ μου ἐπορεύθην καὶ ἐπὶ τῷ Κυρίῳ ἐλπίζων, οὐ μὴ ἀσθενήσω. (Septuagint, Liber Psalmorum 25:1)

    (70인역 성경, 시편 25:1)

  • ἐγὼ δὲ ἐν ἀκακίᾳ μου ἐπορεύθην. λύτρωσαί με καὶ ἐλέησόν με. (Septuagint, Liber Psalmorum 25:11)

    (70인역 성경, 시편 25:11)

  • καὶ ἐποίμανεν αὐτοὺσ ἐν τῇ ἀκακίᾳ τῆσ καρδίασ αὐτοῦ, καὶ ἐν τῇ συνέσει τῶν χειρῶν αὐτοῦ ὡδήγησεν αὐτούσ. (Septuagint, Liber Psalmorum 77:72)

    (70인역 성경, 시편 77:72)

  • ὅτι ἔλεοσ καὶ ἀλήθειαν ἀγαπᾷ Κύριοσ ὁ Θεόσ, χάριν καὶ δόξαν δώσει. Κύριοσ οὐ στερήσει τὰ ἀγαθὰ τοῖσ πορευομένοισ ἐν ἀκακίᾳ. (Septuagint, Liber Psalmorum 83:12)

    (70인역 성경, 시편 83:12)

  • ψαλῶ καὶ συνήσω ἐν ὁδῷ ἀμώμῳ. πότε ἥξεισ πρόσ με̣ διεπορευόμην ἐν ἀκακίᾳ καρδίασ μου ἐν μέσῳ τοῦ οἴκου μου. (Septuagint, Liber Psalmorum 100:2)

    (70인역 성경, 시편 100:2)

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION