헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζηλοτυπίᾱ

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ζηλοτυπίᾱ ζηλοτυπίᾱς

형태분석: ζηλοτυπι (어간) + ᾱ (어미)

어원: from zhlo/tupos

  1. 질투, 선망, 부러움, 경쟁
  1. jealousy, rivalry, envy

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ζηλοτυπίᾱ

질투가

ζηλοτυπίᾱ

질투들이

ζηλοτυπίαι

질투들이

속격 ζηλοτυπίᾱς

질투의

ζηλοτυπίαιν

질투들의

ζηλοτυπιῶν

질투들의

여격 ζηλοτυπίᾱͅ

질투에게

ζηλοτυπίαιν

질투들에게

ζηλοτυπίαις

질투들에게

대격 ζηλοτυπίᾱν

질투를

ζηλοτυπίᾱ

질투들을

ζηλοτυπίᾱς

질투들을

호격 ζηλοτυπίᾱ

질투야

ζηλοτυπίᾱ

질투들아

ζηλοτυπίαι

질투들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • κἂν εἰσ Αἰτωλίαν μετέλθῃσ, κἀκεῖ πολλὰ ἡ ὄρχησισ καταλαμβάνει, τὴν Ἀλθαίαν, τὸν Μελέαγρον, τὴν Ἀταλάντην, τὸν δαλόν, καὶ ποταμοῦ καὶ Ἡρακλέουσ πάλην καὶ Σειρήνων γένεσιν καὶ Ἐχινάδων ἀνάδοσιν καὶ μετὰ τὴν μανίαν Ἀλκμαίωνοσ οἴκησιν εἶτα Νέσσον καὶ Δηϊανείρασ ζηλοτυπίαν, ἐφ’ ᾗ τὴν ἐν Οἴτῃ πυράν. (Lucian, De saltatione, (no name) 50:1)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 50:1)

  • αἰτίαν τῆσ ἀμελείασ τὴν ἑτέρων ἐπιμέλειαν ποιούμενοσ οὐ λύει τὴν μέμψιν, ἀλλὰ προσεπιβάλλει ζηλοτυπίαν. (Plutarch, De amicorum multitudine, chapter, section 6 5:1)

    (플루타르코스, De amicorum multitudine, chapter, section 6 5:1)

  • δὲ φαύλων ἔθουσ λαβόντα καὶ νόμου δύναμιν οὐκ ἔστι ῥᾳδίωσ ἀπώσασθαι καὶ βλαπτομένουσ, οὕτωσ ἡ ἔχθρα συνεισάγουσα τῷ μίσει φθόνον, ζηλοτυπίαν ἐπιχαιρεκακίαν μνησικακίαν ἐναπολείπει. (Plutarch, De capienda ex inimicis utilitate, chapter, section 9 8:2)

    (플루타르코스, De capienda ex inimicis utilitate, chapter, section 9 8:2)

  • ἐγγενέσθαι κατὰ τὸν Σιμωνίδην, καὶ πᾶσα φύσισ ἀνθρώπου φέρει φιλονεικίαν καὶ ζηλοτυπίαν καὶ φθόνον, κενεοφρόνων ἀνδρῶν ἑταῖρον, ὥσ φησι Πίνδαροσ, οὐ μετρίωσ ἄν τισ ὠφελοῖτο τῶν παθῶν τούτων ποιούμενοσ εἰσ τοὺσ ἐχθροὺσ ἀποκαθάρσεισ καὶ ἀποστρέφων ὥσπερ ὀχετοὺσ πορρωτάτω τῶν ἑταίρων καὶ οἰκείων. (Plutarch, De capienda ex inimicis utilitate, chapter, section 10 1:1)

    (플루타르코스, De capienda ex inimicis utilitate, chapter, section 10 1:1)

  • ἀρχὴν δὲ τῆσ διδασκαλίασ μὴ τὴν νέμησιν τῶν πατρῴων, ὥσπερ ἕτεροι, λάβωμεν, ἀλλὰ τὴν ἔτι ζώντων ἁμαρτανομένην τῶν γονέων ἅμιλλαν καὶ ζηλοτυπίαν. (Plutarch, De fraterno amore, section 92)

    (플루타르코스, De fraterno amore, section 92)

유의어

  1. 질투

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION