- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χόνδρος?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: chondros 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χόνδρος χόνδρου

형태분석: χονδρ (어간) + ος (어미)

  1. 덩어리
  2. 곡물, 스펠트밀, 곡식, 옥수수, 스펠트 밀
  3. 연골, 연골부
  1. A small rounded mass: lump
  2. grain, groat, corn, spelt
  3. cartilage

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χόνδρος

덩어리가

χόνδρω

덩어리들이

χόνδροι

덩어리들이

속격 χόνδρου

덩어리의

χόνδροιν

덩어리들의

χόνδρων

덩어리들의

여격 χόνδρῳ

덩어리에게

χόνδροιν

덩어리들에게

χόνδροις

덩어리들에게

대격 χόνδρον

덩어리를

χόνδρω

덩어리들을

χόνδρους

덩어리들을

호격 χόνδρε

덩어리야

χόνδρω

덩어리들아

χόνδροι

덩어리들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ σμύρνης ἐκ Συρίας ὀδμαὶ λιβάνου τε πνοαί,2 τερενοχρῶτες μαζῶν ὄψεις, ἄρτων, ἀμύλων, πουλυποδείων, χολίκων, δημοῦ, φυσκῶν, ζωμοῦ, τεύτλων, θρίων, λεκίθου, σκορόδων, ἀφύης, σκόμβρων, ἐνθρυμματίδων, πτισάνης, ἀθάρης, κυάμων, λαθύρων, ὤχρων, δολίχων, μέλιτος, τυροῦ, χορίων, πυῶν,3 καρύων, χόνδρου, κάραβοι ὀπτοί, τευθίδες ὀπταί, κεστρεὺς ἑφθός, σηπίαι ἑφθαί, μύραιν ἑφθή, κωβιοὶ ἑφθοί, θυννίδες ὀπταί, φυκίδες ἑφθαί, βάτραχοι, πέρκαι, συνόδοντες, ὄνοι, βατίδες, ψῆτται, γαλεός, κόκκυξ, θρίσσαι, νάρκαι, ῥίνης τεμάχη, σχαδόνες, βότρυες, σῦκα, πλακοῦντες, μῆλα, κράνειαι, ῥόαι, ἑρ´πυλλος, μήκων, ἀχράδες, κνῆκος, ἐλᾶαι, στέμφυλ, ἄμητες, πράσα, γήτειον, κρόμμυα, φυστή, βολβοί, καυλοί, σίλφιον, ὄξος, μάραθ, ᾠά, φακῆ, τέττιγες, ὀποί: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 7 3:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 7 3:2)

  • ἐπὰν δὲ πεπανθῇ, συνάγουσι καὶ τὸν μὲν τοῖς οἰκέταις μετὰ χόνδρου κόψαντες σάττουσιν εἰς ἀγγεῖα, τὸν δὲ τοῖς ἐλευθέροις ἐξελόντες τὸν πυρῆνα συντιθέασιν ὡσαύτως καὶ σιτεύονται τοῦτον, ἐστὶ δὲ τὸ βρῶμα παραπλήσιον σύκῳ καὶ φοινικοβαλάνῳ, τῇ δὲ εὐωδίᾳ βέλτιον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 6256)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 6256)

  • καὶ ὁ Οὐλπιανὸς ἀλλ ἐμοὶ μέν, ἔφη, ὦ κυνάμυια, μελιπήκτων ἅλις, ἡδέως δ ἂν χόνδρου φάγοιμι τῶν ὀστρακίδων ἢ τῶν κοκκάλων ἀφθόνως ἔχοντος. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 100 1:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 100 1:3)

  • οὗτος τοίνυν αὐτὸς ἐν τῷ προτέρῳ τῶν Γεωργικῶν ἐμφανίζων τὴν τοῦ χόνδρου χρῆσιν καὶ μύστρον ὠνόμασε διὰ τούτων: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 100 2:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 100 2:4)

  • διὰ τούτων, ὦ θαυμασιώτατε, ὑπογράφει ὁ Νίκανδρος τὴν χρείαν τοῦ τε χόνδρου καὶ τῆς ἐπτισμένης κριθῆς, ἐπιχεῖν κελεύων ἀρνὸς ἢ ἐρίφου ζωμὸν ἢ ὄρνιθος, τὰ μὲν οὖν χίδρα, φησίν, ἔντριψον μὲν ἐν θυείᾳ, μίξας δ ἔλαιον αὐτοῖς ἀναφύρασον ἡνίκ ἂν ἕψηται. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 100 3:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 100 3:3)

유의어

  1. 덩어리

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION