Ancient Greek-English Dictionary Language

τετράγωνος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: τετράγωνος τετράγωνον

Structure: τετραγων (Stem) + ος (Ending)

Etym.: gwni/a

Sense

  1. with four equal angles, rectangular or square, squared, a square, a body of men drawn up in square
  2. a square, multiplied into itself
  3. square, perfect

Examples

  • τὸ δὲ σχῆμα τοῦ συστάντοσ σώματοσ γέγονεν κυβικόν, ἓξ ἐπιπέδουσ τετραγώνουσ ἰσοπλεύρουσ βάσεισ ἔχον. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 241:1)
  • τί οὖν κωλύει ἐνίουσ μὲν τούτων τετραγώνουσ εἶναι ἐνίουσ δὲ κύβουσ, καὶ ἴσουσ τοὺσ δὲ διπλασίουσ; (Aristotle, Metaphysics, Book 14 129:1)
  • παρὰ δὲ τὴν πλευρὰν ἑκατέραν τοῦ δρόμου χαλκεῖα μεγάλα κεῖται, τὰσ βάσεισ ἔχοντα τετραγώνουσ· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 5, chapter 44 3:1)
  • Λῆμμα Εὑρεῖν δύο τετραγώνουσ ἀριθμούσ, ὥστε καὶ τὸν συγκείμενον ἐξ αὐτῶν εἶναι τετράγωνον. (Euclid, Elements, book 10, type Prop 1602)
  • Λῆμμα Εὑρεῖν δύο τετραγώνουσ ἀριθμούσ, ὥστε τὸν ἐξ αὐτῶν συγκείμενον μὴ εἶναι τετράγωνον. (Euclid, Elements, book 10, type Prop 1613)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION