σύνταγμα
Third declension Noun; Neuter
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
σύνταγμα
σύνταγματος
Structure:
συνταγματ
(Stem)
Sense
- that which is put together in order
- a body, squadron, contingent
- the constitution of a state, a form
- an arrangement of musical notes
- a regular collection of writings, a work, book, doctrine
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- τὰ δὲ δύο συντάγματα γίγνεται ἀνδρῶν δώδεκα καὶ πεντακοσίων, λόχων δύο καὶ τριάκοντα, καὶ τούτων ὁ ἡγούμενοσ πεντακοσίαρχοσ. (Arrian, chapter 10 7:1)
- εἰ δὲ μὴ παρέχοι κατὰ μείζω μέρη τῆσ φάλαγγοσ ἐξελιγμοὺσ ποιήσασθαι, πελαζόντων ἤδη τῶν πολεμίων, δέοι δὲ ἐξελίξαι τὴν τάξιν, τότε δὴ κατὰ συντάγματα ἐξελίσσουσι. (Arrian, chapter 23 8:1)
- καὶ διελόντεσ ἑαυτοὺσ οἱ μὲν τῷ βασιλεῖ παραμένοντεσ ἐφρούρουν τὸ Καπιτώλιον, οἱ δὲ τὴν χώραν περιιόντεσ ἐλεηλάτουν καὶ τὰσ κώμασ ἐπόρθουν προσπίπτοντεσ, οὐχ ὁμοῦ πάντεσ, ἄλλοι δ’ ἄλλῃ καθ’ ἡγεμονίασ καὶ συντάγματα, τῷ μέγα φρονεῖν ὑπὸ τῶν εὐτυχημάτων καὶ δεδιέναι μηδὲν ἀποσκιδνάμενοι. (Plutarch, Camillus, chapter 23 1:2)
- ᾧ λογισμῷ φασι μηδὲ τοὺσ Πυθαγορικοὺσ εἰσ γραφὴν κατατίθεσθαι τὰ συντάγματα, μνήμην δὲ καὶ παίδευσιν αὐτῶν ἄγραφον ἐμποιεῖν τοῖσ ἀξίοισ. (Plutarch, Numa, chapter 22 3:1)
- κτισθείσησ δὲ τῆσ πόλεωσ, πρῶτον μὲν ὅσον ἦν ἐν ἡλικίᾳ πλῆθοσ εἰσ συντάγματα στρατιωτικὰ διεῖλεν. (Plutarch, chapter 13 1:1)
Synonyms
-
that which is put together in order
-
a body
-
the constitution of a state
- σχῆμα (state, nature, constitution)
- κατασκευή (the state, condition, constitution)