- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συνείδησις?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: syneidēsis 고전 발음: [쉬네데:시] 신약 발음: [쉬니데시]

기본형: συνείδησις συνειδήσεως

형태분석: συνειδησι (어간) + ς (어미)

어원: from συνειδέναι inf. of σύνοιδα

  1. 의식, 스스로에 대한 지식
  2. 양심
  1. consciousness, perception of one's own thoughts
  2. consciousness of right or wrong, conscience

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 συνείδησις

의식이

συνειδήσει

의식들이

συνειδήσεις

의식들이

속격 συνειδήσεως

의식의

συνειδήσοιν

의식들의

συνειδήσεων

의식들의

여격 συνειδήσει

의식에게

συνειδήσοιν

의식들에게

συνειδήσεσι(ν)

의식들에게

대격 συνείδησιν

의식을

συνειδήσει

의식들을

συνειδήσεις

의식들을

호격 συνείδησι

의식아

συνειδήσει

의식들아

συνειδήσεις

의식들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἀμόλιος δὲ εἴτε κατὰ τὴν συνείδησιν τῶν πραχθέντων εἴτε ὑπονοίᾳ τῶν εἰκότων προαχθεὶς ἔρευναν ἐποιεῖτο τῆς χρονίου τῶν ἱερῶν ἀποστάσεως, κατὰ τίνα γίνεται μάλιστ αἰτίαν ἰατρούς τε οἷς μάλιστα ἐπίστευεν εἰσπέμπων καὶ, ἐπειδὴ τὴν νόσον αἱ γυναῖκες ἀπόρρητον ἀνθρώποις ᾐτιῶντο εἶναι, τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα φύλακα τῆς κόρης καταλιπών. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 78 1:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 78 1:1)

  • Τὴν δὲ πρώτην ὁρμήν φασι τὸ ζῷον ἴσχειν ἐπὶ τὸ τηρεῖν ἑαυτό, οἰκειούσης αὑτῷ τῆς φύσεως ἀπ ἀρχῆς, καθά φησιν ὁ Χρύσιππος ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ τελῶν, πρῶτον οἰκεῖον λέγων εἶναι παντὶ ζῴῳ τὴν αὑτοῦ σύστασιν καὶ τὴν ταύτης συνείδησιν: (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 85:1)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 85:1)

  • οὗτος μὲν οὖν ὕστερον κατὰ τὰς τοῦ πατρὸς ἐντολὰς ἀνεῖλε τὴν μητέρα, καὶ διὰ τὴν συνείδησιν τοῦ μύσους εἰς μανίαν περιέστη: (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 4, chapter 65 7:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 4, chapter 65 7:1)

  • ἐν τούτῳ καὶ αὐτὸς ἀσκῶ ἀπρόσκοπον συνείδησιν ἔχειν πρὸς τὸν θεὸν καὶ τοὺς ἀνθρώπους διὰ παντός. (, chapter 19 212:1)

    (, chapter 19 212:1)

  • τοῦτο γὰρ χάρις εἰ διὰ συνείδησιν θεοῦ ὑποφέρει τις λύπας πάσχων ἀδίκως: (PETROU A, chapter 2 23:1)

    (PETROU A, chapter 2 23:1)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION