헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συναγωγή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συναγωγή συναγωγῆς

형태분석: συναγωγ (어간) + η (어미)

어원: from suna/gw

  1. 모임, 회합, 집합
  2. 회의, 만남, 집합, 모임
  3. 종합, 연상
  4. 결론, 끝
  1. gathering, collection
  2. a gathering of people, meeting, assembly
  3. The place of such an assembly (especially of the Jewish synagogue)
  4. a uniting, coupling
  5. combination
  6. conclusion

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 συναγωγή

모임이

συναγωγᾱ́

모임들이

συναγωγαί

모임들이

속격 συναγωγῆς

모임의

συναγωγαῖν

모임들의

συναγωγῶν

모임들의

여격 συναγωγῇ

모임에게

συναγωγαῖν

모임들에게

συναγωγαῖς

모임들에게

대격 συναγωγήν

모임을

συναγωγᾱ́

모임들을

συναγωγᾱ́ς

모임들을

호격 συναγωγή

모임아

συναγωγᾱ́

모임들아

συναγωγαί

모임들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Καὶ εἶπεν ὁ Θεόσ. συναχθήτω τὸ ὕδωρ τὸ ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ εἰσ συναγωγὴν μίαν, καὶ ὀφθήτω ἡ ξηρά. καὶ ἐγένετο οὕτωσ. καὶ συνήχθη τὸ ὕδωρ τὸ ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ εἰσ τὰσ συναγωγὰσ αὐτῶν, καὶ ὤφθη ἡ ξηρά. (Septuagint, Liber Genesis 1:9)

    (70인역 성경, 창세기 1:9)

  • ὁ δὲ Θεόσ μου εὐλογήσαι σε καὶ αὐξήσαι σε καὶ πληθύναι σε, καὶ ἔσῃ εἰσ συναγωγὰσ ἐθνῶν. (Septuagint, Liber Genesis 28:3)

    (70인역 성경, 창세기 28:3)

  • καὶ εἶπέ μοι. ἰδοὺ ἐγὼ αὐξανῶ σε καὶ πληθυνῶ σε καὶ ποιήσω σε εἰσ συναγωγὰσ ἐθνῶν καὶ δώσω σοι τὴν γῆν ταύτην καὶ τῷ σπέρματί σου μετὰ σὲ εἰσ κατάσχεσιν αἰώνιον. (Septuagint, Liber Genesis 48:4)

    (70인역 성경, 창세기 48:4)

  • ἐπληθύνθησαν αἱ ἀσθένειαι αὐτῶν, μετὰ ταῦτα ἐτάχυναν. οὐ μὴ συναγάγω τὰσ συναγωγὰσ αὐτῶν ἐξ αἱμάτων, οὐδ̓ οὐ μὴ μνησθῶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν διὰ χειλέων μου. (Septuagint, Liber Psalmorum 15:4)

    (70인역 성경, 시편 15:4)

  • Διὰ τοῦτο ὑπόμεινόν με, λέγει Κύριοσ, εἰσ ἡμέραν ἀναστάσεώσ μου εἰσ μαρτύριον. διότι τὸ κρίμα μου εἰσ συναγωγὰσ ἐθνῶν τοῦ εἰσδέξασθαι βασιλεῖσ, τοῦ ἐκχέαι ἐπ̓ αὐτοὺσ πᾶσαν ὀργὴν θυμοῦ μου. διότι ἐν πυρὶ ζήλου μου καταναλωθήσεται πᾶσα ἡ γῆ. (Septuagint, Prophetia Sophoniae 3:8)

    (70인역 성경, 스바니야서 3:8)

유의어

  1. 모임

  2. 회의

  3. The place of such an assembly

  4. a uniting

  5. 결론

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION