Ancient Greek-English Dictionary Language

συμπλέω

ε-contract Verb; Transliteration:

Principal Part: συμπλέω συμπλεύσομαι

Structure: συμ (Prefix) + πλέ (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to sail in company with

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular συμπλῶ συμπλεῖς συμπλεῖ
Dual συμπλεῖτον συμπλεῖτον
Plural συμπλοῦμεν συμπλεῖτε συμπλοῦσιν*
SubjunctiveSingular συμπλῶ συμπλῇς συμπλῇ
Dual συμπλῆτον συμπλῆτον
Plural συμπλῶμεν συμπλῆτε συμπλῶσιν*
OptativeSingular συμπλοῖμι συμπλοῖς συμπλοῖ
Dual συμπλοῖτον συμπλοίτην
Plural συμπλοῖμεν συμπλοῖτε συμπλοῖεν
ImperativeSingular συμπλεῖ συμπλείτω
Dual συμπλεῖτον συμπλείτων
Plural συμπλεῖτε συμπλούντων, συμπλείτωσαν
Infinitive συμπλεῖν
Participle MasculineFeminineNeuter
συμπλων συμπλουντος συμπλουσα συμπλουσης συμπλουν συμπλουντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular συμπλοῦμαι συμπλεῖ, συμπλῇ συμπλεῖται
Dual συμπλεῖσθον συμπλεῖσθον
Plural συμπλούμεθα συμπλεῖσθε συμπλοῦνται
SubjunctiveSingular συμπλῶμαι συμπλῇ συμπλῆται
Dual συμπλῆσθον συμπλῆσθον
Plural συμπλώμεθα συμπλῆσθε συμπλῶνται
OptativeSingular συμπλοίμην συμπλοῖο συμπλοῖτο
Dual συμπλοῖσθον συμπλοίσθην
Plural συμπλοίμεθα συμπλοῖσθε συμπλοῖντο
ImperativeSingular συμπλοῦ συμπλείσθω
Dual συμπλεῖσθον συμπλείσθων
Plural συμπλεῖσθε συμπλείσθων, συμπλείσθωσαν
Infinitive συμπλεῖσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
συμπλουμενος συμπλουμενου συμπλουμενη συμπλουμενης συμπλουμενον συμπλουμενου

Future tense

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • περὶ δὲ τῶν ναυτῶν καὶ τῶν ἐπιβατῶν καὶ τῆσ ὑπηρεσίασ, εἰ φὴσ ὑπ’ ἐμοῦ αὐτοὺσ διεφθάρθαι, παραλαβὼν τὴν τριήρη αὐτὸσ σαυτῷ κατασκεύασαι καὶ ναύτασ καὶ ἐπιβάτασ καὶ ὑπηρεσίαν, οἵτινέσ σοι μηδὲν λαβόντεσ συμπλεύσονται. (Demosthenes, Speeches 41-50, 43:4)

Synonyms

  1. to sail in company with

Related

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION