Ancient Greek-English Dictionary Language

προεκπλέω

ε-contract Verb; Transliteration:

Principal Part: προεκπλέω προεκπλεύσομαι

Structure: προ (Prefix) + ἐκ (Prefix) + πλέ (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to sail out before

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular προεκπλῶ προεκπλεῖς προεκπλεῖ
Dual προεκπλεῖτον προεκπλεῖτον
Plural προεκπλοῦμεν προεκπλεῖτε προεκπλοῦσιν*
SubjunctiveSingular προεκπλῶ προεκπλῇς προεκπλῇ
Dual προεκπλῆτον προεκπλῆτον
Plural προεκπλῶμεν προεκπλῆτε προεκπλῶσιν*
OptativeSingular προεκπλοῖμι προεκπλοῖς προεκπλοῖ
Dual προεκπλοῖτον προεκπλοίτην
Plural προεκπλοῖμεν προεκπλοῖτε προεκπλοῖεν
ImperativeSingular προεκπλεῖ προεκπλείτω
Dual προεκπλεῖτον προεκπλείτων
Plural προεκπλεῖτε προεκπλούντων, προεκπλείτωσαν
Infinitive προεκπλεῖν
Participle MasculineFeminineNeuter
προεκπλων προεκπλουντος προεκπλουσα προεκπλουσης προεκπλουν προεκπλουντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular προεκπλοῦμαι προεκπλεῖ, προεκπλῇ προεκπλεῖται
Dual προεκπλεῖσθον προεκπλεῖσθον
Plural προεκπλούμεθα προεκπλεῖσθε προεκπλοῦνται
SubjunctiveSingular προεκπλῶμαι προεκπλῇ προεκπλῆται
Dual προεκπλῆσθον προεκπλῆσθον
Plural προεκπλώμεθα προεκπλῆσθε προεκπλῶνται
OptativeSingular προεκπλοίμην προεκπλοῖο προεκπλοῖτο
Dual προεκπλοῖσθον προεκπλοίσθην
Plural προεκπλοίμεθα προεκπλοῖσθε προεκπλοῖντο
ImperativeSingular προεκπλοῦ προεκπλείσθω
Dual προεκπλεῖσθον προεκπλείσθων
Plural προεκπλεῖσθε προεκπλείσθων, προεκπλείσθωσαν
Infinitive προεκπλεῖσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
προεκπλουμενος προεκπλουμενου προεκπλουμενη προεκπλουμενης προεκπλουμενον προεκπλουμενου

Future tense

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Synonyms

  1. to sail out before

Derived

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION