σανίς?
3군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사: sanis
고전 발음: [사니스]
신약 발음: [사니스]
기본형:
σανίς
σανίδος
형태분석:
σανιδ
(어간)
+
ς
(어미)
뜻
- 판, 널, 널빤지
- 문, 입, 오래
- a board, plank
- anything made of planks
- a door, folding doors
- a wooden platform, scaffold or stage, a ship's deck
- wooden tablets, tablets
- a plank to which offenders were bound or nailed
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- εἰ τεῖχός ἐστιν, οἰκοδομήσωμεν ἐπ᾿ αὐτὴν ἐπάλξεις ἀργυρᾶς. καὶ εἰ θύρα ἐστί, διαγράψωμεν ἐπ᾿ αὐτὴν σανίδα κεδρίνην. (Septuagint, Canticum Canticorum 8:9)
(70인역 성경, 아가 8:9)
- ταύρειος δὲ ποὺς οὐκ ἤθελ ὀρθὸς σανίδα προσβῆναι κάτα, ἀλλ ἐξεβρυχᾶτ ὄμμ ἀναστρέφων κύκλῳ κυρτῶν τε νῶτα κἀς κέρας παρεμβλέπων μὴ θιγγάνειν ἀπεῖργεν. (Euripides, Helen, episode 2:2)
(에우리피데스, Helen, episode 2:2)
- σὺ μέν νυν, σύγγον Ἠλέκτρα, δόμων πάρος μένουσα παρθένου δέχου πόδα, φύλασσε δ ἤν τις, πρὶν τελευτηθῇ φόνος, ἢ ξύμμαχός τις ἢ κασίγνητος πατρός, ἐλθὼν ἐς οἴκους φθῇ, γέγωνέ τ ἐς δόμους, ἢ σανίδα παίσας ἢ λόγους πέμψας ἔσω: (Euripides, episode, anapests 6:9)
(에우리피데스, episode, anapests 6:9)
- ἄλλοι δ αὐτόν, ὡς καὶ Ἀριστοφάνης, πολλάκις εἰρήκασι φιλύρινον Κινησίαν διὰ τὸ φιλύρας λαμβάνοντα σανίδα συμπεριζώννυσθαι ἵνα μὴ κάμπτηται διά τε τὸ μῆκος καὶ τὴν ἰσχνότητα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 762)
(아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 762)
- Ἢν δὲ ἐς τοὔπισθεν μέρος ἐκπεπτώκῃ ὁ μηρὸς, τὰς μὲν κατατάσιας καὶ ἀντιτάσιας οὕτω δεῖ ποιέεσθαι, καθάπερ εἴρηται‧ ἐπιστορέσαντα δὲ ἐπὶ τὸ ξύλον ἱμάτιον πολύπτυχον, ὡς μαλακώτατον ἐῄ, πρηνέα κατακλίναντα τὸν ἄνθρωπον, οὕτω κατανείνειν‧ άμα δὲ τῇ κατατάσει χρὴ τῇ σανίδι καταναγκάζειν τὸν αὐτὸν τρόπον ὡς τὰ ὑβώματα, κατ ἴξιν τοῦ πυγαίου ποιησάμενον τὴν σανίδα, καὶ μᾶλλον ἐς τὸ κάτω μέρος, ἢ ἐς τὸ ἄνω τῶν ἰσχίων‧ καὶ ἡ ἐντομὴ, ἡ ἐν τῷ τοίχῳ τῇ σανίδι, μὴ εὐθεῖα ἔστω, ἀλλ ὀλίγον καταφερὴς πρὸς τὸ τῶν ποδῶν μέρος. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 75.1)
(히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 75.1)
유의어
-
판
-
anything made of planks
- δόναξ (갈대나 사탕수수로 만들어진 것, 기관)
- χαλκός ( anything made of metal)
-
문
-
wooden tablets