헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θήκη

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: θήκη θήκης

형태분석: θηκ (어간) + η (어미)

어원: ti/qhmi

  1. 가슴, 상자, 작은 상자
  2. 무덤, 묘지, 묘
  1. box, chest
  2. grave, tomb
  3. sword sheath

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 θήκη

가슴이

θήκᾱ

가슴들이

θῆκαι

가슴들이

속격 θήκης

가슴의

θήκαιν

가슴들의

θηκῶν

가슴들의

여격 θήκῃ

가슴에게

θήκαιν

가슴들에게

θήκαις

가슴들에게

대격 θήκην

가슴을

θήκᾱ

가슴들을

θήκᾱς

가슴들을

호격 θήκη

가슴아

θήκᾱ

가슴들아

θῆκαι

가슴들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἔσονται οἱ δακτύλιοι εἰσ θήκασ τοῖσ ἀναφορεῦσιν, ὥστε αἴρειν ἐν αὐτοῖσ τὴν τράπεζαν. (Septuagint, Liber Exodus 25:26)

    (70인역 성경, 탈출기 25:26)

  • τοὐντεῦθεν δὲ οἱ μὲν παρίτωσαν καθ’ ἕνα, οἱ δὲ ἐπιγνώμονεσ ἐξετάζοντεσ ἢ θεοὺσ εἶναι ἀποφανοῦνται ἢ καταπέμψουσιν ἐπὶ τὰ σφέτερα ἠρία καὶ τὰσ θήκασ τὰσ προγονικάσ. (Lucian, Deorum concilium, (no name) 15:3)

    (루키아노스, Deorum concilium, (no name) 15:3)

  • [ Ἀ[γλ]αῷ καὶ νῦν κασιγνήτασ ἀκοίτασ νασιῶτιν ἐκίνησεν λιγύφθογγον μέλισσαν, ἀχ]ειρὲσ ἵν’ ἀθάνατον Μουσᾶν ἄγαλμα ξυνὸν ἀνθρώποισιν εἰή χάρμα, τεὰν ἀρετὰν μανῦον ἐπιχθονίοισιν, ὁσσάκισ Νίκασ ἕκατι ἄνθεσι ξανθὰν ἀναδησάμενοσ κεφαλὰν κῦδοσ εὐρείαισ Ἀθάναισ θῆκασ Οἰνείδαισ τε δόξαν. (Bacchylides, , epinicians, ode 10 1:28)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 10 1:28)

  • Ἑκάβη δὲ παιδὸσ γνοῦσα θανάσιμον μόρον λόγῳ με τοιῷδ’ ἤγαγ’, ὡσ κεκρυμμένασ θήκασ φράσουσα Πριαμιδῶν ἐν Ἰλίῳ χρυσοῦ· (Euripides, Hecuba, episode, lyric 3:1)

    (에우리피데스, Hecuba, episode, lyric 3:1)

  • εἰσ ταύτην ἀποβλέψαντασ, ὦ Ἀθηναῖοι, καὶ τὰσ ἐν αὐτῇ γιγνομένασ πατρίουσ θυσίασ καὶ τὰσ τῶν προγόνων θήκασ φέρειν δεῖ τοὺσ εὖ φρονοῦντασ τὴν ψῆφον. (Dinarchus, Speeches, 133:1)

    (디나르코스, 연설, 133:1)

유의어

  1. 가슴

  2. 무덤

  3. sword sheath

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION