- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κνώδων?

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: knōdōn 고전 발음: [노:돈:] 신약 발음: [노돈]

기본형: κνώδων κνώδοντος

형태분석: κνωδοντ (어간)

어원: ὀδούς

  1. 검, 칼
  1. (in the plural) two projecting teeth on the blade of a hunting spear
  2. sword

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸν δ ἀγρίοις ὄσσοισι παπτήνας ὁ παῖς, πτύσας προσώπῳ κοὐδὲν ἀντειπών, ξίφους ἕλκει διπλοῦς κνώδοντας. (Sophocles, Antigone, episode 2:8)

    (소포클레스, Antigone, episode 2:8)

  • τοῦδ αἰόλου κνώδοντος, ὦ τάλας, ὑφ οὗ φονέως ἄρ ἐξέπνευσας· (Sophocles, Ajax, episode 1:21)

    (소포클레스, Ajax, episode 1:21)

  • τὰ δὲ προβόλια πρῶτον μὲν λόγχας ἔχοντα τὸ μὲν μέγεθος πεντεπαλάστους, κατὰ δὲ μέσον τὸν αὐλὸν κνώδοντας ἀποκεχαλκευμένους, στιφρούς, καὶ τὰς ῥάβδους κρανείας δορατοπαχεῖς. (Xenophon, Minor Works, , chapter 10 4:2)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 10 4:2)

  • ὁ δ ὑπὸ τοῦ μένους πρόσεισι, καὶ εἰ μὴ κωλύοιεν οἱ κνώδοντες τῆς λόγχης, ἀφίκοιτ ἂν διὰ τῆς ῥάβδου προωθῶν αὑτὸν πρὸς τὸν τὸ προβόλιον ἔχοντα. (Xenophon, Minor Works, , chapter 10 17:2)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 10 17:2)

유의어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION