- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κίστη?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: kistē 고전 발음: [떼:] 신약 발음: []

기본형: κίστη κίστης

형태분석: κιστ (어간) + η (어미)

  1. 가슴, 작은 상자, 상자, 궤
  1. box, chest, casket

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κίστη

가슴이

κίστα

가슴들이

κίσται

가슴들이

속격 κίστης

가슴의

κίσταιν

가슴들의

κιστῶν

가슴들의

여격 κίστῃ

가슴에게

κίσταιν

가슴들에게

κίσταις

가슴들에게

대격 κίστην

가슴을

κίστα

가슴들을

κίστας

가슴들을

호격 κίστη

가슴아

κίστα

가슴들아

κίσται

가슴들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπὶ δεῖπνον ταχὺ βάδιζε τὴν κίστην λαβὼν καὶ τὸν χοᾶ. (Aristophanes, Acharnians, Episode17)

    (아리스토파네스, Acharnians, Episode17)

  • παῖ παῖ φέρ ἔξω δεῦρο τὴν κίστην ἐμοί. (Aristophanes, Acharnians, Episode 1:4)

    (아리스토파네스, Acharnians, Episode 1:4)

  • ὦ Θρᾷττα τὴν κίστην κάθελε, κᾆτ ἔξελε τὸ πόπανον, ὅπως λαβοῦσα θύσω τοῖν θεοῖν. (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Prologue, iambics 3:18)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Prologue, iambics 3:18)

  • ἐλθοῦσά φησιν αὐτομάτη μετὰ τἀν Πύλῳ σπονδῶν φέρουσα τῇ πόλει κίστην πλέαν ἀποχειροτονηθῆναι τρὶς ἐν τἠκκλησίᾳ. (Aristophanes, Peace, Episode11)

    (아리스토파네스, Peace, Episode11)

  • νῦν οὖν ὅπως ἁγνεύσετε, ὅπως ἂν αἱ γυναῖκες ὑμᾶς ἐν πόλει ξενίσωμεν ὧν ἐν ταῖσι κίσταις εἴχομεν. (Aristophanes, Lysistrata, Choral, anapests 2:26)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Choral, anapests 2:26)

  • αὕτη μὲν ἡ κίστη τὰ τοῦ Δήμου φρονεῖ. (Aristotle, Episode 1:28)

    (아리스토텔레스, Episode 1:28)

  • ἀφανεῖ δ ὃ πεύθῃ φθέγμα μηχανῇ βρέμον καὶ πόλλ ἐθάμβεις αὐτὸς, ἡμέρᾳ μιᾳ ἐξ ὑπτίας κίστη γ ἐμηχανήσατο: (Sophocles, Ichneutae 22:8)

    (소포클레스, Ichneutae 22:8)

  • τοῦ δ Ἀρχιτέλους ἀθυμοῦντος ἐπὶ τούτῳ καὶ βαρέως φέροντος, εἰσέπεμψεν ὁ Θεμιστοκλῆς πρὸς αὐτὸν ἐν κίστῃ δεῖπνον ἄρτων καὶ κρεῶν, ὑποθεὶς κάτω τάλαντον ἀργυρίου καὶ κελεύσας αὐτόν τε δειπνεῖν ἐν τῷ παρόντι καὶ μεθ ἡμέραν ἐπιμεληθῆναι τῶν τριηριτῶν: (Plutarch, , chapter 7 6:1)

    (플루타르코스, , chapter 7 6:1)

  • οὗτοι δ εἰσὶν οἱ τὸν ἱερὸν λόγον περὶ θεῶν πάσης καθαρεύοντα δεισιδαιμονίας καὶ περιεργίας ἐν τῇ ψυχῇ φέροντες ὥσπερ ἐν κίστῃ καὶ περιστέλλοντες, τὰ μὲν μέλανα καὶ σκιώδη τὰ δὲ φανερὰ καὶ λαμπρὰ τῆς περὶ θεῶν ὑποδηλοῦντα οἰήσεως, οἱᾶ καὶ περὶ τὴν ἐσθῆτα τὴν ἱερὰν ἀποφαίνεται. (Plutarch, De Iside et Osiride, section 3 2:1)

    (플루타르코스, De Iside et Osiride, section 3 2:1)

  • εἰς τὴν χήραν τὴν τὸν Ἠλίαν θρέψασαν βλύζει ἐλαιηρὴ κάλπις καὶ κίστη ἀλεύρου, ἔμπεδον ἡ χήρη οὕνεκα πίστιν ἔχει. (Unknown, Greek Anthology, book 1, chapter 771)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 1, chapter 771)

유의어

  1. 가슴

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION