헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θεοφόρητος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: θεοφόρητος θεοφόρητον

형태분석: θεοφορητ (어간) + ος (어미)

  1. 영감을 받은, 계시 받은
  1. possessed by a god, inspired

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 θεοφόρητος

영감을 받은 (이)가

θεοφόρητον

영감을 받은 (것)가

속격 θεοφορήτου

영감을 받은 (이)의

θεοφορήτου

영감을 받은 (것)의

여격 θεοφορήτῳ

영감을 받은 (이)에게

θεοφορήτῳ

영감을 받은 (것)에게

대격 θεοφόρητον

영감을 받은 (이)를

θεοφόρητον

영감을 받은 (것)를

호격 θεοφόρητε

영감을 받은 (이)야

θεοφόρητον

영감을 받은 (것)야

쌍수주/대/호 θεοφορήτω

영감을 받은 (이)들이

θεοφορήτω

영감을 받은 (것)들이

속/여 θεοφορήτοιν

영감을 받은 (이)들의

θεοφορήτοιν

영감을 받은 (것)들의

복수주격 θεοφόρητοι

영감을 받은 (이)들이

θεοφόρητα

영감을 받은 (것)들이

속격 θεοφορήτων

영감을 받은 (이)들의

θεοφορήτων

영감을 받은 (것)들의

여격 θεοφορήτοις

영감을 받은 (이)들에게

θεοφορήτοις

영감을 받은 (것)들에게

대격 θεοφορήτους

영감을 받은 (이)들을

θεοφόρητα

영감을 받은 (것)들을

호격 θεοφόρητοι

영감을 받은 (이)들아

θεοφόρητα

영감을 받은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐν δὲ τοῖσ φαύλοισ οὐ παρίησι τὸ πρωτεῖον, ἀλλά φησιν, ἂν ἐκεῖνοσ δύσκολοσ, αὑτὸν εἶναι μελαγχολικὸν ἂν ἐκεῖνοσ δεισιδαίμων, αὑτὸν θεοφόρητον· (Plutarch, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 10 3:2)

    (플루타르코스, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 10 3:2)

  • τοῦτο αἴτιον αὐτῷ γενέσθαι φησὶ τοῦ μὴ διαλυθῆναι τοὺσ στρατιώτασ κατὰ πόλεισ, ἀλλὰ συμμεῖναι καὶ καταφρονῆσαι τῶν ἐναντίων πολλαπλασίων ὄντων, ἐν δὲ Σιλβίῳ φησὶν οἰκέτην Ποντίου θεοφόρητον ἐντυχεῖν αὐτῷ λέγοντα παρὰ τῆσ Ἐνυοῦσ κράτοσ πολέμου καὶ νίκην ἀπαγγέλλειν εἰ δὲ μὴ σπεύσειεν, ἐμπεπρήσεσθαι τὸ Καπιτώλιον ὃ καὶ συμβῆναι τῆσ ἡμέρασ ἐκείνησ ἧσ ὁ ἄνθρωποσ προηγόρευσεν ἦν δὲ αὕτη πρὸ μιᾶσ νωνῶν Κυντιλίων, ἃσ νῦν Ιοὐλίασ καλοῦμεν. (Plutarch, Sulla, chapter 27 6:1)

    (플루타르코스, Sulla, chapter 27 6:1)

  • ἡγεῖτο δὲ τῆσ ἀποικίασ Εὐάνδροσ Ἑρμοῦ λεγόμενοσ καὶ νύμφησ τινὸσ Ἀρκάσιν ἐπιχωρίασ, ἣν οἱ μὲν Ἕλληνεσ Θέμιν εἶναι λέγουσι καὶ θεοφόρητον ἀποφαίνουσιν, οἱ δὲ τὰσ Ῥωμαϊκὰσ συγγράψαντεσ ἀρχαιολογίασ τῇ πατρίῳ γλώσσῃ Καρμέντην ὀνομάζουσιν· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 31 1:2)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 1, chapter 31 1:2)

유의어

  1. 영감을 받은

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION