- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολυδάπανος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: polydapanos 고전 발음: [뽈뤼다빠노] 신약 발음: [뽈뤼다빠노]

기본형: πολυδάπανος πολυδάπανον

형태분석: πολυδαπαν (어간) + ος (어미)

어원: δαπάνη

  1. 넉넉한, 낭비하는
  1. causing great expense
  2. extravagant

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολυδάπανος

(이)가

πολυδάπανον

(것)가

속격 πολυδαπάνου

(이)의

πολυδαπάνου

(것)의

여격 πολυδαπάνῳ

(이)에게

πολυδαπάνῳ

(것)에게

대격 πολυδάπανον

(이)를

πολυδάπανον

(것)를

호격 πολυδάπανε

(이)야

πολυδάπανον

(것)야

쌍수주/대/호 πολυδαπάνω

(이)들이

πολυδαπάνω

(것)들이

속/여 πολυδαπάνοιν

(이)들의

πολυδαπάνοιν

(것)들의

복수주격 πολυδάπανοι

(이)들이

πολυδάπανα

(것)들이

속격 πολυδαπάνων

(이)들의

πολυδαπάνων

(것)들의

여격 πολυδαπάνοις

(이)들에게

πολυδαπάνοις

(것)들에게

대격 πολυδαπάνους

(이)들을

πολυδάπανα

(것)들을

호격 πολυδάπανοι

(이)들아

πολυδάπανα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • σὺ δὲ εἰπὲ εἴ τινα οἶσθα ὑπ ἐμοῦ γεγενημένον ἢ ἐξ εὐσεβοῦς ἀνόσιον ἢ ἐκ σώφρονος ὑβριστὴν ἢ ἐξ εὐδιαίτου πολυδάπανον ἢ ὡς ἐκ μετριοπότου οἰνόφλυγα ἢ ἐκ φιλοπόνου μαλακὸν ἢ ἄλλης πονηρᾶς ἡδονῆς ἡττημένον. (Xenophon, Works on Socrates, 20:3)

    (크세노폰, Works on Socrates, 20:3)

  • ὥστε οὔτε ἔρημός ποτε ἡ τράπεζα βρωτῶν γίγνεται, ἔστ ἂν διασκηνῶσιν, οὔτε πολυδάπανος. (Xenophon, Minor Works, , chapter 5 4:4)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 5 4:4)

  • οὔτε γὰρ πολυδάπανος οὔτε ἐργώδης οὔτε ἐπισφαλὴς ὁ τοῦ ἐγκρατοῦς ἀνθρώπου βίος: (Dio, Chrysostom, Orationes, 6:4)

    (디오, 크리소토모스, 연설 (2), 6:4)

  • οὖν πολυδάπανα καὶ δεόμενα πραγματείας καὶ ταλαιπωρίας, ταῦτα μὲν ἀφῄρει καὶ βλαβερὰ τοῖς χρωμένοις ἀπέφαινεν: (Dio, Chrysostom, Orationes, 36:3)

    (디오, 크리소토모스, 연설, 36:3)

  • ἀθληταὶ δὲ καὶ ἀσκούμενοι πολυδάπανοι, καὶ νικῶντες ἐπιζήμιοι καὶ στεφανοῦνται κατὰ τῆς πατρίδος μᾶλλον ἢ κατὰ τῶν ἀνταγωνιστῶν: (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, , Kef. b'. SOLWN 12:4)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, , Kef. b'. SOLWN 12:4)

유의어

  1. causing great expense

  2. 넉넉한

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION