περιουσία?
First declension Noun; Feminine
자동번역
Transliteration: periousia
Principal Part:
περιουσία
Structure:
περιουσι
(Stem)
+
α
(Ending)
Etym.: περίειμι, supersum
Sense
- that which is over and above, surplus, abundance, plenty
- abundance, plenty, wealth, with plenty of other resources, ex abundanti, advantage, an advantage
- superiority
- a being saved, survival, chance of being saved?
Declension
First declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- οὐ γὰρ τὸ λαβεῖν ἐκ τοιούτων αἰσχρόν, ἀλλὰ τὸ μὴ λαβεῖν κρεῖττον καὶ περιουσία τῆς ἀρετῆς, ἐν οἷς ἔξεστιν ἐπιδεικνυμένης τὸ μὴ δεόμενον: (Plutarch, Comparison of Timoleon and Aemilius, chapter 2 4:3)
- ἐὰν οὖν ἀλλὰ νῦν γ ἔτι ἀπαλλαγέντες τούτων τῶν ἐθῶν ἐθελήσητε στρατεύεσθαί τε καὶ πράττειν ἀξίως ὑμῶν αὐτῶν, καὶ ταῖς περιουσίαις ταῖς οἴκοι ταύταις ἀφορμαῖς ἐπὶ τὰ ἔξω τῶν ἀγαθῶν χρῆσθαι, ἴσως ἄν, ἴσως, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τέλειόν τι καὶ μέγα κτήσαισθ ἀγαθὸν καὶ τῶν τοιούτων λημμάτων ἀπαλλαγείητε, ἃ τοῖς ἀσθενοῦσι παρὰ τῶν ἰατρῶν σιτίοις διδομένοις ἐοίκε. (Demosthenes, Speeches, 42:1)
- καὶ τοῦ γε μὴ πεινῆν ἐνίοτε τὸ ζῷον ἡ περιουσία τῆς ἐν ἥπατι τροφῆς αἰτία: (Galen, On the Natural Faculties., G, section 1319)
- πράσεως γὰρ καὶ ὠνῆς περιουσία καρπῶν ἀρχὴν παρέσχεν. (Plutarch, Quaestiones Romanae, section 42 1:4)
- πράσεως γὰρ καὶ ὠνῆς περιουσία καρπῶν ἀρχὴν παρέσχεν. (Plutarch, Quaestiones Romanae, section 42 4:2)
- τὸ δὲ περιουσίᾳ τῆς χρήσεως τέχνη καὶ μηχανή τις εὑρ῀εν. (Plutarch, Aquane an ignis sit utilior, chapter, section 2 3:3)
- καὶ οἱ μὴ προσδεόμενοι δὲ τοῦ ἔξωθεν πυρὸς οὐχ ὡς ἀπροσδεεῖς τοῦτο πάσχουσιν, ἀλλὰ περιουσίᾳ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ἐν αὑτοῖς θερμοῦ: (Plutarch, Aquane an ignis sit utilior, chapter, section 11 1:1)
- οὐκ ἂν εἴποι δέ τις ὡς Δημήτριον ἐν εὐπαθείαις καὶ συνουσίαις ὄντα πράξεων καιρὸς ἐξέφυγεν, ἀλλὰ τῇ περιουσίᾳ τῆς σχολῆς ἐπεισῆγε τὰς ἡδονάς, καὶ τὴν Λάμιαν ὥσπερ τὴν μυθικὴν ἀτεχνῶς παίζων καὶ νυστάζων ἐποιεῖτο διαγωγήν. (Plutarch, Comparison of Demetrius and Antony, chapter 3 1:2)
- καὶ περιουσίᾳ συνέσεως ἀναλαμβάνει τὰς μαθήσεις. (Plutarch, Bruta animalia ratione uti, chapter, section 9 9:1)
Synonyms
-
that which is over and above
-
abundance
-
superiority