헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παρίζω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παρίζω

형태분석: παρ (접두사) + ί̔ζ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to sit beside
  2. to seat or make to sit beside, to seat oneself or sit beside

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρίζω

παρίζεις

παρίζει

쌍수 παρίζετον

παρίζετον

복수 παρίζομεν

παρίζετε

παρίζουσιν*

접속법단수 παρίζω

παρίζῃς

παρίζῃ

쌍수 παρίζητον

παρίζητον

복수 παρίζωμεν

παρίζητε

παρίζωσιν*

기원법단수 παρίζοιμι

παρίζοις

παρίζοι

쌍수 παρίζοιτον

παριζοίτην

복수 παρίζοιμεν

παρίζοιτε

παρίζοιεν

명령법단수 παρίζε

παριζέτω

쌍수 παρίζετον

παριζέτων

복수 παρίζετε

παριζόντων, παριζέτωσαν

부정사 παρίζειν

분사 남성여성중성
παριζων

παριζοντος

παριζουσα

παριζουσης

παριζον

παριζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρίζομαι

παρίζει, παρίζῃ

παρίζεται

쌍수 παρίζεσθον

παρίζεσθον

복수 παριζόμεθα

παρίζεσθε

παρίζονται

접속법단수 παρίζωμαι

παρίζῃ

παρίζηται

쌍수 παρίζησθον

παρίζησθον

복수 παριζώμεθα

παρίζησθε

παρίζωνται

기원법단수 παριζοίμην

παρίζοιο

παρίζοιτο

쌍수 παρίζοισθον

παριζοίσθην

복수 παριζοίμεθα

παρίζοισθε

παρίζοιντο

명령법단수 παρίζου

παριζέσθω

쌍수 παρίζεσθον

παριζέσθων

복수 παρίζεσθε

παριζέσθων, παριζέσθωσαν

부정사 παρίζεσθαι

분사 남성여성중성
παριζομενος

παριζομενου

παριζομενη

παριζομενης

παριζομενον

παριζομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡ δὲ μήτηρ Φερετίμη, ἑώσ μὲν ὁ Ἀρκεσίλεωσ ἐν τῇ Βάρκῃ διαιτᾶτο ἐξεργασμένοσ ἑωυτῷ κακόν, ἣ δὲ εἶχε αὐτὴ τοῦ παιδὸσ τὰ γέρεα ἐν Κυρήνῃ καὶ τἆλλα νεμομένη καὶ ἐν βουλῇ παρίζουσα. (Herodotus, The Histories, book 4, chapter 165 1:1)

    (헤로도토스, The Histories, book 4, chapter 165 1:1)

유의어

  1. to sit beside

  2. to seat or make to sit beside

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION