고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: παθητικός παθητική παθητικόν
Structure: παθητικ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | παθητικός | παθητική | παθητικόν |
Genitive | παθητικοῦ | παθητικῆς | παθητικοῦ | |
Dative | παθητικῷ | παθητικῇ | παθητικῷ | |
Accusative | παθητικόν | παθητικήν | παθητικόν | |
Vocative | παθητικέ | παθητική | παθητικόν | |
Dual | N/A/V | παθητικώ | παθητικᾱ́ | παθητικώ |
G/D | παθητικοῖν | παθητικαῖν | παθητικοῖν | |
Plural | Nominative | παθητικοί | παθητικαί | παθητικά |
Genitive | παθητικῶν | παθητικῶν | παθητικῶν | |
Dative | παθητικοῖς | παθητικαῖς | παθητικοῖς | |
Accusative | παθητικούς | παθητικᾱ́ς | παθητικά | |
Vocative | παθητικοί | παθητικαί | παθητικά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | παθητικός παθητικοῦ | παθητικότερος παθητικοτεροῦ | παθητικότατος παθητικοτατοῦ |
Adverb | παθητικώς | παθητικότερον | παθητικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Ancient Greek entries from Wiktionary
Find this word at Wiktionary고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기