헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νωθρός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: νωθρός νωθρή νωθρόν

형태분석: νωθρ (어간) + ος (어미)

어원: = nwqh/s

  1. 게으른, 느린, 둔한, 무감각한
  1. sluggish, slothful, torpid

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 νωθρός

게으른 (이)가

νωθρᾱ́

게으른 (이)가

νωθρόν

게으른 (것)가

속격 νωθροῦ

게으른 (이)의

νωθρᾶς

게으른 (이)의

νωθροῦ

게으른 (것)의

여격 νωθρῷ

게으른 (이)에게

νωθρᾷ

게으른 (이)에게

νωθρῷ

게으른 (것)에게

대격 νωθρόν

게으른 (이)를

νωθρᾱ́ν

게으른 (이)를

νωθρόν

게으른 (것)를

호격 νωθρέ

게으른 (이)야

νωθρᾱ́

게으른 (이)야

νωθρόν

게으른 (것)야

쌍수주/대/호 νωθρώ

게으른 (이)들이

νωθρᾱ́

게으른 (이)들이

νωθρώ

게으른 (것)들이

속/여 νωθροῖν

게으른 (이)들의

νωθραῖν

게으른 (이)들의

νωθροῖν

게으른 (것)들의

복수주격 νωθροί

게으른 (이)들이

νωθραί

게으른 (이)들이

νωθρά

게으른 (것)들이

속격 νωθρῶν

게으른 (이)들의

νωθρῶν

게으른 (이)들의

νωθρῶν

게으른 (것)들의

여격 νωθροῖς

게으른 (이)들에게

νωθραῖς

게으른 (이)들에게

νωθροῖς

게으른 (것)들에게

대격 νωθρούς

게으른 (이)들을

νωθρᾱ́ς

게으른 (이)들을

νωθρά

게으른 (것)들을

호격 νωθροί

게으른 (이)들아

νωθραί

게으른 (이)들아

νωθρά

게으른 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 νωθρός

νωθροῦ

게으른 (이)의

νωθρότερος

νωθροτεροῦ

더 게으른 (이)의

νωθρότατος

νωθροτατοῦ

가장 게으른 (이)의

부사 νωθρώς

νωθρότερον

νωθρότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁρατικὸν ἄνδρα καὶ ὀξὺν ἐν τοῖσ ἔργοισ αὐτοῦ βασιλεῦσι δεῖ παρεστάναι καὶ μὴ παρεστάναι ἀνδράσι νωθροῖσ. (Septuagint, Liber Proverbiorum 22:31)

    (70인역 성경, 잠언 22:31)

  • μὴ γίνου ταχὺσ ἐν γλώσσῃ σου καὶ νωθρὸσ καὶ παρειμένοσ ἐν τοῖσ ἔργοισ σου. (Septuagint, Liber Sirach 4:29)

    (70인역 성경, Liber Sirach 4:29)

  • ἔστι νωθρὸσ καὶ προσδεόμενοσ ἀντιλήψεωσ, ὑστερῶν ἰσχύϊ καὶ πτωχείᾳ περισσεύει. καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπέβλεψαν αὐτῷ εἰσ ἀγαθά, καὶ ἀνώρθωσεν αὐτὸν ἐκ ταπεινώσεωσ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Sirach 11:12)

    (70인역 성경, Liber Sirach 11:12)

  • ψυχὴ μὲν οὖν μοι καὶ προθυμία πάρα βάσεισ ἀμείβειν ἐπὶ θύρασ ὡρμημένῳ, δέμασ δὲ νωθρὸν οὐχ ὑπηρετεῖ πόθοισ. (Lucian, 14)

    (루키아노스, 14)

  • καὶ περὶ τοῦ Χάρητοσ ἐν τῇ πέμπτῃ καὶ τεσσαρακοστῇ φησιν Χάρητόσ τε νωθροῦ τε ὄντοσ καὶ βραδέοσ, καίτοι γε καὶ πρὸσ τρυφὴν ἤδη ζῶντοσ· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 20 1:190)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 20 1:190)

  • ὡσ οὖν εἰσ τὸ μανθάνειν ἧκε, νωθρὸσ ἦν ἀναλαβεῖν καὶ βραδύσ, ἀναλαβὼν δὲ κάτοχοσ καὶ μνημονικόσ, ὃ δὴ καὶ πέφυκεν ἄλλωσ, τοὺσ μὲν εὐφυεῖσ ἀναμνηστικοὺσ μᾶλλον εἶναι, μνημονικοὺσ δὲ τοὺσ μετὰ πόνου καὶ πραγματείασ παραδεχομένουσ· (Plutarch, Cato the Younger, chapter 1 3:1)

    (플루타르코스, Cato the Younger, chapter 1 3:1)

  • νωθρὸσ γὰρ ὢν ὁ Χαβρίασ καὶ δυσκίνητοσ ἄλλωσ ἐν αὐτοῖσ τοῖσ ἀγῶσιν ὤργα καὶ διεπυροῦτο τῷ θυμῷ καὶ συνεξέπιπτε τοῖσ θρασυτάτοισ παραβολώτερον, ὥσπερ ἀμέλει καὶ κατέστρεψε τόν βίον ἐν Χίῳ πρῶτοσ εἰσελάσασ τῇ τριήρει καὶ βιαζόμενοσ πρὸσ τήν ἀπόβασιν. (Plutarch, chapter 6 1:2)

    (플루타르코스, chapter 6 1:2)

  • ἐν Ἀναζάρβῳ νωθρὸσ ἐγὼ τελέθεσκον ἀπ’ ἰξύοσ ἐσ πόδασ ἄκρουσ τῆσ πρὶν ἐνεργείησ δηρὸν ἀτεμβόμενοσ, ζωῆσ καὶ θανάτοιο μεταίχμιον, Αἴ̈δι γείτων, μοῦνον ἀναπνείων, τἆλλα δὲ πάντα νέκυσ. (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 5971)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 5971)

유의어

  1. 게으른

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION