헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νεωτερίζω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: νεωτερίζω

형태분석: νεωτερίζ (어간) + ω (인칭어미)

어원: new/teros II

  1. 바꾸다, 변하다, 달라지다, 갈아입다
  1. to attempt anything new, make a violent, to change
  2. to attempt political changes, make innovations or revolutionary movements
  3. to revolutionise

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 νεωτερίζω

(나는) 바꾼다

νεωτερίζεις

(너는) 바꾼다

νεωτερίζει

(그는) 바꾼다

쌍수 νεωτερίζετον

(너희 둘은) 바꾼다

νεωτερίζετον

(그 둘은) 바꾼다

복수 νεωτερίζομεν

(우리는) 바꾼다

νεωτερίζετε

(너희는) 바꾼다

νεωτερίζουσιν*

(그들은) 바꾼다

접속법단수 νεωτερίζω

(나는) 바꾸자

νεωτερίζῃς

(너는) 바꾸자

νεωτερίζῃ

(그는) 바꾸자

쌍수 νεωτερίζητον

(너희 둘은) 바꾸자

νεωτερίζητον

(그 둘은) 바꾸자

복수 νεωτερίζωμεν

(우리는) 바꾸자

νεωτερίζητε

(너희는) 바꾸자

νεωτερίζωσιν*

(그들은) 바꾸자

기원법단수 νεωτερίζοιμι

(나는) 바꾸기를 (바라다)

νεωτερίζοις

(너는) 바꾸기를 (바라다)

νεωτερίζοι

(그는) 바꾸기를 (바라다)

쌍수 νεωτερίζοιτον

(너희 둘은) 바꾸기를 (바라다)

νεωτεριζοίτην

(그 둘은) 바꾸기를 (바라다)

복수 νεωτερίζοιμεν

(우리는) 바꾸기를 (바라다)

νεωτερίζοιτε

(너희는) 바꾸기를 (바라다)

νεωτερίζοιεν

(그들은) 바꾸기를 (바라다)

명령법단수 νεωτέριζε

(너는) 바꾸어라

νεωτεριζέτω

(그는) 바꾸어라

쌍수 νεωτερίζετον

(너희 둘은) 바꾸어라

νεωτεριζέτων

(그 둘은) 바꾸어라

복수 νεωτερίζετε

(너희는) 바꾸어라

νεωτεριζόντων, νεωτεριζέτωσαν

(그들은) 바꾸어라

부정사 νεωτερίζειν

바꾸는 것

분사 남성여성중성
νεωτεριζων

νεωτεριζοντος

νεωτεριζουσα

νεωτεριζουσης

νεωτεριζον

νεωτεριζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 νεωτερίζομαι

(나는) 바꿔진다

νεωτερίζει, νεωτερίζῃ

(너는) 바꿔진다

νεωτερίζεται

(그는) 바꿔진다

쌍수 νεωτερίζεσθον

(너희 둘은) 바꿔진다

νεωτερίζεσθον

(그 둘은) 바꿔진다

복수 νεωτεριζόμεθα

(우리는) 바꿔진다

νεωτερίζεσθε

(너희는) 바꿔진다

νεωτερίζονται

(그들은) 바꿔진다

접속법단수 νεωτερίζωμαι

(나는) 바꿔지자

νεωτερίζῃ

(너는) 바꿔지자

νεωτερίζηται

(그는) 바꿔지자

쌍수 νεωτερίζησθον

(너희 둘은) 바꿔지자

νεωτερίζησθον

(그 둘은) 바꿔지자

복수 νεωτεριζώμεθα

(우리는) 바꿔지자

νεωτερίζησθε

(너희는) 바꿔지자

νεωτερίζωνται

(그들은) 바꿔지자

기원법단수 νεωτεριζοίμην

(나는) 바꿔지기를 (바라다)

νεωτερίζοιο

(너는) 바꿔지기를 (바라다)

νεωτερίζοιτο

(그는) 바꿔지기를 (바라다)

쌍수 νεωτερίζοισθον

(너희 둘은) 바꿔지기를 (바라다)

νεωτεριζοίσθην

(그 둘은) 바꿔지기를 (바라다)

복수 νεωτεριζοίμεθα

(우리는) 바꿔지기를 (바라다)

νεωτερίζοισθε

(너희는) 바꿔지기를 (바라다)

νεωτερίζοιντο

(그들은) 바꿔지기를 (바라다)

명령법단수 νεωτερίζου

(너는) 바꿔져라

νεωτεριζέσθω

(그는) 바꿔져라

쌍수 νεωτερίζεσθον

(너희 둘은) 바꿔져라

νεωτεριζέσθων

(그 둘은) 바꿔져라

복수 νεωτερίζεσθε

(너희는) 바꿔져라

νεωτεριζέσθων, νεωτεριζέσθωσαν

(그들은) 바꿔져라

부정사 νεωτερίζεσθαι

바꿔지는 것

분사 남성여성중성
νεωτεριζομενος

νεωτεριζομενου

νεωτεριζομενη

νεωτεριζομενης

νεωτεριζομενον

νεωτεριζομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐνεωτέριζον

(나는) 바꾸고 있었다

ἐνεωτέριζες

(너는) 바꾸고 있었다

ἐνεωτέριζεν*

(그는) 바꾸고 있었다

쌍수 ἐνεωτερίζετον

(너희 둘은) 바꾸고 있었다

ἐνεωτεριζέτην

(그 둘은) 바꾸고 있었다

복수 ἐνεωτερίζομεν

(우리는) 바꾸고 있었다

ἐνεωτερίζετε

(너희는) 바꾸고 있었다

ἐνεωτέριζον

(그들은) 바꾸고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐνεωτεριζόμην

(나는) 바꿔지고 있었다

ἐνεωτερίζου

(너는) 바꿔지고 있었다

ἐνεωτερίζετο

(그는) 바꿔지고 있었다

쌍수 ἐνεωτερίζεσθον

(너희 둘은) 바꿔지고 있었다

ἐνεωτεριζέσθην

(그 둘은) 바꿔지고 있었다

복수 ἐνεωτεριζόμεθα

(우리는) 바꿔지고 있었다

ἐνεωτερίζεσθε

(너희는) 바꿔지고 있었다

ἐνεωτερίζοντο

(그들은) 바꿔지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION