헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μεταπέμπω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μεταπέμπω μεταπέμψω

형태분석: μετα (접두사) + πέμπ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 소환하다, 부르다, 불러내다, 초대하다, 고소하다
  1. to send after, to send for, summon, to be sent for

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταπέμπω

(나는) 소환한다

μεταπέμπεις

(너는) 소환한다

μεταπέμπει

(그는) 소환한다

쌍수 μεταπέμπετον

(너희 둘은) 소환한다

μεταπέμπετον

(그 둘은) 소환한다

복수 μεταπέμπομεν

(우리는) 소환한다

μεταπέμπετε

(너희는) 소환한다

μεταπέμπουσιν*

(그들은) 소환한다

접속법단수 μεταπέμπω

(나는) 소환하자

μεταπέμπῃς

(너는) 소환하자

μεταπέμπῃ

(그는) 소환하자

쌍수 μεταπέμπητον

(너희 둘은) 소환하자

μεταπέμπητον

(그 둘은) 소환하자

복수 μεταπέμπωμεν

(우리는) 소환하자

μεταπέμπητε

(너희는) 소환하자

μεταπέμπωσιν*

(그들은) 소환하자

기원법단수 μεταπέμποιμι

(나는) 소환하기를 (바라다)

μεταπέμποις

(너는) 소환하기를 (바라다)

μεταπέμποι

(그는) 소환하기를 (바라다)

쌍수 μεταπέμποιτον

(너희 둘은) 소환하기를 (바라다)

μεταπεμποίτην

(그 둘은) 소환하기를 (바라다)

복수 μεταπέμποιμεν

(우리는) 소환하기를 (바라다)

μεταπέμποιτε

(너희는) 소환하기를 (바라다)

μεταπέμποιεν

(그들은) 소환하기를 (바라다)

명령법단수 μεταπέμπε

(너는) 소환해라

μεταπεμπέτω

(그는) 소환해라

쌍수 μεταπέμπετον

(너희 둘은) 소환해라

μεταπεμπέτων

(그 둘은) 소환해라

복수 μεταπέμπετε

(너희는) 소환해라

μεταπεμπόντων, μεταπεμπέτωσαν

(그들은) 소환해라

부정사 μεταπέμπειν

소환하는 것

분사 남성여성중성
μεταπεμπων

μεταπεμποντος

μεταπεμπουσα

μεταπεμπουσης

μεταπεμπον

μεταπεμποντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταπέμπομαι

(나는) 소환된다

μεταπέμπει, μεταπέμπῃ

(너는) 소환된다

μεταπέμπεται

(그는) 소환된다

쌍수 μεταπέμπεσθον

(너희 둘은) 소환된다

μεταπέμπεσθον

(그 둘은) 소환된다

복수 μεταπεμπόμεθα

(우리는) 소환된다

μεταπέμπεσθε

(너희는) 소환된다

μεταπέμπονται

(그들은) 소환된다

접속법단수 μεταπέμπωμαι

(나는) 소환되자

μεταπέμπῃ

(너는) 소환되자

μεταπέμπηται

(그는) 소환되자

쌍수 μεταπέμπησθον

(너희 둘은) 소환되자

μεταπέμπησθον

(그 둘은) 소환되자

복수 μεταπεμπώμεθα

(우리는) 소환되자

μεταπέμπησθε

(너희는) 소환되자

μεταπέμπωνται

(그들은) 소환되자

기원법단수 μεταπεμποίμην

(나는) 소환되기를 (바라다)

μεταπέμποιο

(너는) 소환되기를 (바라다)

μεταπέμποιτο

(그는) 소환되기를 (바라다)

쌍수 μεταπέμποισθον

(너희 둘은) 소환되기를 (바라다)

μεταπεμποίσθην

(그 둘은) 소환되기를 (바라다)

복수 μεταπεμποίμεθα

(우리는) 소환되기를 (바라다)

μεταπέμποισθε

(너희는) 소환되기를 (바라다)

μεταπέμποιντο

(그들은) 소환되기를 (바라다)

명령법단수 μεταπέμπου

(너는) 소환되어라

μεταπεμπέσθω

(그는) 소환되어라

쌍수 μεταπέμπεσθον

(너희 둘은) 소환되어라

μεταπεμπέσθων

(그 둘은) 소환되어라

복수 μεταπέμπεσθε

(너희는) 소환되어라

μεταπεμπέσθων, μεταπεμπέσθωσαν

(그들은) 소환되어라

부정사 μεταπέμπεσθαι

소환되는 것

분사 남성여성중성
μεταπεμπομενος

μεταπεμπομενου

μεταπεμπομενη

μεταπεμπομενης

μεταπεμπομενον

μεταπεμπομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταπέμψω

(나는) 소환하겠다

μεταπέμψεις

(너는) 소환하겠다

μεταπέμψει

(그는) 소환하겠다

쌍수 μεταπέμψετον

(너희 둘은) 소환하겠다

μεταπέμψετον

(그 둘은) 소환하겠다

복수 μεταπέμψομεν

(우리는) 소환하겠다

μεταπέμψετε

(너희는) 소환하겠다

μεταπέμψουσιν*

(그들은) 소환하겠다

기원법단수 μεταπέμψοιμι

(나는) 소환하겠기를 (바라다)

μεταπέμψοις

(너는) 소환하겠기를 (바라다)

μεταπέμψοι

(그는) 소환하겠기를 (바라다)

쌍수 μεταπέμψοιτον

(너희 둘은) 소환하겠기를 (바라다)

μεταπεμψοίτην

(그 둘은) 소환하겠기를 (바라다)

복수 μεταπέμψοιμεν

(우리는) 소환하겠기를 (바라다)

μεταπέμψοιτε

(너희는) 소환하겠기를 (바라다)

μεταπέμψοιεν

(그들은) 소환하겠기를 (바라다)

부정사 μεταπέμψειν

소환할 것

분사 남성여성중성
μεταπεμψων

μεταπεμψοντος

μεταπεμψουσα

μεταπεμψουσης

μεταπεμψον

μεταπεμψοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταπέμψομαι

(나는) 소환되겠다

μεταπέμψει, μεταπέμψῃ

(너는) 소환되겠다

μεταπέμψεται

(그는) 소환되겠다

쌍수 μεταπέμψεσθον

(너희 둘은) 소환되겠다

μεταπέμψεσθον

(그 둘은) 소환되겠다

복수 μεταπεμψόμεθα

(우리는) 소환되겠다

μεταπέμψεσθε

(너희는) 소환되겠다

μεταπέμψονται

(그들은) 소환되겠다

기원법단수 μεταπεμψοίμην

(나는) 소환되겠기를 (바라다)

μεταπέμψοιο

(너는) 소환되겠기를 (바라다)

μεταπέμψοιτο

(그는) 소환되겠기를 (바라다)

쌍수 μεταπέμψοισθον

(너희 둘은) 소환되겠기를 (바라다)

μεταπεμψοίσθην

(그 둘은) 소환되겠기를 (바라다)

복수 μεταπεμψοίμεθα

(우리는) 소환되겠기를 (바라다)

μεταπέμψοισθε

(너희는) 소환되겠기를 (바라다)

μεταπέμψοιντο

(그들은) 소환되겠기를 (바라다)

부정사 μεταπέμψεσθαι

소환될 것

분사 남성여성중성
μεταπεμψομενος

μεταπεμψομενου

μεταπεμψομενη

μεταπεμψομενης

μεταπεμψομενον

μεταπεμψομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετέπεμπον

(나는) 소환하고 있었다

μετέπεμπες

(너는) 소환하고 있었다

μετέπεμπεν*

(그는) 소환하고 있었다

쌍수 μετεπέμπετον

(너희 둘은) 소환하고 있었다

μετεπεμπέτην

(그 둘은) 소환하고 있었다

복수 μετεπέμπομεν

(우리는) 소환하고 있었다

μετεπέμπετε

(너희는) 소환하고 있었다

μετέπεμπον

(그들은) 소환하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετεπεμπόμην

(나는) 소환되고 있었다

μετεπέμπου

(너는) 소환되고 있었다

μετεπέμπετο

(그는) 소환되고 있었다

쌍수 μετεπέμπεσθον

(너희 둘은) 소환되고 있었다

μετεπεμπέσθην

(그 둘은) 소환되고 있었다

복수 μετεπεμπόμεθα

(우리는) 소환되고 있었다

μετεπέμπεσθε

(너희는) 소환되고 있었다

μετεπέμποντο

(그들은) 소환되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. 소환하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION