- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μέθοδος?

2군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: methodos 고전 발음: [메토도] 신약 발음: [매토도]

기본형: μέθοδος

형태분석: μεθοδ (어간) + ος (어미)

어원: μετά

  1. 추구, 추격, 추적
  2. 지식에 대한 추구, 조사, 연구, 방법, 체계
  3. 교의, 철학적 견해
  4. (수사학) 인식의 수단
  5. 주제를 대하는 방법
  1. following after, pursuit
  2. pursuit of knowledge, investigation, inquiry; hence, treatise, mode of prosecuting such inquiry, method, system, plan
  3. doctrine
  4. (rhetoric) means, means of recognizing
  5. mode of treating the subject-matter

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 μέθοδος

추구가

μεθόδω

추구들이

μέθοδοι

추구들이

속격 μεθόδου

추구의

μεθόδοιν

추구들의

μεθόδων

추구들의

여격 μεθόδῳ

추구에게

μεθόδοιν

추구들에게

μεθόδοις

추구들에게

대격 μέθοδον

추구를

μεθόδω

추구들을

μεθόδους

추구들을

호격 μέθοδε

추구야

μεθόδω

추구들아

μέθοδοι

추구들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ταῦτ οὐκ ἐκ μεθόδου τινὸς ἀλλ αὐτόπτην γενόμενον ἐκμαθεῖν χρὴ διὰ τῶν ἀνατομῶν. (Galen, On the Natural Faculties., , section 610)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., , section 610)

  • ἐν δὲ τοῖς κατὰ Βάρρωνα τὸν φιλόσοφον χρόνοις, ἄνδρα Ῥωμαίων ἐν ἱστορίᾳ βυβλιακώτατον, ἦν Ταρούτιος ἑταῖρος αὐτοῦ, φιλόσοφος μὲν ἄλλως καὶ μαθηματικός, ἁπτόμενος δὲ τῆς περὶ τὸν πίνακα μεθόδου θεωρίας ἕνεκα καὶ δοκῶν ἐν αὐτῇ περιττὸς εἶναι. (Plutarch, chapter 12 3:1)

    (플루타르코스, chapter 12 3:1)

  • διὰ γὰρ τοῦτο τῆς αὐτῆς οὔσης μεθόδου περὶ τὰ δημηγορικὰ καὶ δικανικά, καὶ καλλίονος καὶ πολιτικωτέρας τῆς δημηγορικῆς πραγματείας οὔσης ἢ τῆς περὶ τὰ συναλλάγματα, περὶ μὲν ἐκείνης οὐδὲν λέγουσι, περὶ δὲ τοῦ δικάζεσθαι πάντες πειρῶνται τεχνολογεῖν, ὅτι ἧττόν ἐστι πρὸ ἔργου τὰ ἔξω τοῦ πράγματος λέγειν ἐν τοῖς δημηγορικοῖς καὶ ἧττόν ἐστι κακοῦργον ἡ δημηγορία δικολογίας, ὅτι κοινότερον. (Aristotle, Rhetoric, Book 1, chapter 1 10:1)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 1, chapter 1 10:1)

  • περὶ δὲ αὐτῆς ἤδη τῆς μεθόδου πειρώμεθα λέγειν, πῶς τε καὶ ἐκ τίνων δυνησόμεθα τυγχάνειν τῶν προκειμένων. (Aristotle, Rhetoric, Book 1, chapter 1 14:6)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 1, chapter 1 14:6)

  • ἄτεχνα δὲ λέγω ὅσα μὴ δι ἡμῶν πεπόρισται ἀλλὰ προϋπῆρχεν, οἱο῀ν μάρτυρες βάσανοι συγγραφαὶ καὶ ὅσα τοιαῦτα, ἔντεχνα δὲ ὅσα διὰ τῆς μεθόδου καὶ δι ἡμῶν κατασκευασθῆναι δυνατόν, ὥστε δεῖ τούτων τοῖς μὲν χρήσασθαι, τὰ δὲ εὑρεῖν. (Aristotle, Rhetoric, Book 1, chapter 2 2:2)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 1, chapter 2 2:2)

유의어

  1. 추구

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION