Ancient Greek-English Dictionary Language

λογιστικός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: λογιστικός λογιστική λογιστικόν

Structure: λογιστικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from logisth/s

Sense

  1. skilled in calculating
  2. skilled in reasoning: reasonable, rational

Examples

  • λογιστικοῦ ἡ ἀφροσύνη, τοῦ δὲ θυμοειδοῦσ ἥ τε ὀργιλότησ καὶ ἡ δειλία, τοῦ δὲ ἐπιθυμητικοῦ ἥ τε ἀκολασία καὶ ἡ ἀκράτεια, ὅλησ δὲ τῆσ ψυχῆσ ἥ τε ἀδικία καὶ ἀνελευθεριότησ καὶ μικροψυχία. (Aristotle, Virtues and Vices 6:1)
  • ἔστι δὲ φρόνησισ μὲν ἀρετὴ τοῦ λογιστικοῦ, παρασκευαστικὴ τῶν πρὸσ εὐδαιμονίαν συντεινόντων. (Aristotle, Virtues and Vices 6:2)
  • ἀφροσύνη δ’ ἐστὶ κακία τοῦ λογιστικοῦ, αἰτία τοῦ ζῆν κακῶσ. (Aristotle, Virtues and Vices 11:1)
  • εἰ δ’ ἔστιν ἀληθῆ ἃ περὶ ψυχῆσ ὁ Πλάτων λέγει, τὰ τρία μέρη αὐτῆσ καλῶσ ὁ ὀρχηστὴσ δείκνυσιν, τὸ θυμικὸν ὅταν ὀργιζόμενον ἐπιδείκνυται, τὸ ἐπιθυμητικὸν ὅταν ἐρῶντασ ὑποκρίνηται, τὸ λογιστικὸν ὅταν ἕκαστα τῶν παθῶν χαλιναγωγῇ· (Lucian, De saltatione, (no name) 70:1)
  • "ὅταν δ’ αὖ πάλιν περὶ τὸ λογιστικὸν καὶ ὁ τοῦ ταὐτοῦ κύκλοσ εὔτροχοσ ὢν αὐτὰ μηνύσῃ, ἐπιστήμη ἐξ ἀνάγκησ ἀποτελεῖται. (Plutarch, Compendium libri de animae procreatione in Timaeo, section 4 4:3)
  • κερκίδοσ οὐ χρῄζεισ ὁ λογιστικόσ, οὐδὲ μέλει σοι· (Unknown, Greek Anthology, Volume IV, book 11, chapter 2671)
  • οὗτοσ δ’ ἐστὶν ὁ ἀγαθὸσ περὶ τούτων, ὁ λογιστικόσ. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 27:4)
  • ἦ καὶ ἀστρονομικὸσ καὶ λογιστικόσ τε καὶ μουσικὸσ καὶ ὅσα παιδείασ ἔχεται; (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 21:5)
  • καὶ γὰρ ἦν τοῦ λαμπρόν τι ποιῆσαι πολὺ μᾶλλον ἢ τοῦ ζῆν ἐραστήσ, οὐ μέντοι λογιστικόσ γε οὐδὲ πάνυ φρόνιμοσ ἐδόκει εἶναι. (Xenophon, Hellenica, , chapter 2 33:2)
  • οἱ δὲ Πυθαγόραν φασίν, ὧν ἐστιν Ἀπολλόδωροσ ὁ λογιστικόσ. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, , Kef. a'. QALHS 4:1)

Synonyms

  1. skilled in calculating

  2. skilled in reasoning

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION