헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

λογιστικός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: λογιστικός λογιστική λογιστικόν

형태분석: λογιστικ (어간) + ος (어미)

어원: from logisth/s

  1. 당연한, 합리적인, 합당한
  1. skilled in calculating
  2. skilled in reasoning: reasonable, rational

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 λογιστικός

(이)가

λογιστική

(이)가

λογιστικόν

(것)가

속격 λογιστικοῦ

(이)의

λογιστικῆς

(이)의

λογιστικοῦ

(것)의

여격 λογιστικῷ

(이)에게

λογιστικῇ

(이)에게

λογιστικῷ

(것)에게

대격 λογιστικόν

(이)를

λογιστικήν

(이)를

λογιστικόν

(것)를

호격 λογιστικέ

(이)야

λογιστική

(이)야

λογιστικόν

(것)야

쌍수주/대/호 λογιστικώ

(이)들이

λογιστικᾱ́

(이)들이

λογιστικώ

(것)들이

속/여 λογιστικοῖν

(이)들의

λογιστικαῖν

(이)들의

λογιστικοῖν

(것)들의

복수주격 λογιστικοί

(이)들이

λογιστικαί

(이)들이

λογιστικά

(것)들이

속격 λογιστικῶν

(이)들의

λογιστικῶν

(이)들의

λογιστικῶν

(것)들의

여격 λογιστικοῖς

(이)들에게

λογιστικαῖς

(이)들에게

λογιστικοῖς

(것)들에게

대격 λογιστικούς

(이)들을

λογιστικᾱ́ς

(이)들을

λογιστικά

(것)들을

호격 λογιστικοί

(이)들아

λογιστικαί

(이)들아

λογιστικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπειδὰν δὲ χειρώσωνται τοῦτο ὃ ἂν θηρεύωνται, οὐ δύνανται τούτῳ χρῆσθαι, ἀλλ’ οἱ μὲν κυνηγέται καὶ οἱ ἁλιῆσ τοῖσ ὀψοποιοῖσ παραδιδόασιν, οἱ δ’ αὖ γεωμέτραι καὶ οἱ ἀστρονόμοι καὶ οἱ λογιστικοί ‐ θηρευτικοὶ γάρ εἰσι καὶ οὗτοι· (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 221:2)

    (플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 221:2)

  • τοῦτο μὲν τοίνυν οὕτω κείσθω δεδογμένον καὶ λεγόμενον, ὡσ τοῖσ ταῦτ’ ἀμαθαίνουσι τῶν πολιτῶν οὐδὲν ἐπιτρεπτέον ἀρχῆσ ἐχόμενον καὶ ὡσ ἀμαθέσιν ὀνειδιστέον, ἂν καὶ πάνυ λογιστικοί τε ὦσι καὶ πάντα τὰ κομψὰ καὶ ὅσα πρὸσ τάχοσ τῆσ ψυχῆσ πεφυκότα διαπεπονημένοι ἅπαντα, τοὺσ δὲ τοὐναντίον ἔχοντασ τούτων ὡσ σοφούσ τε προσρητέον, ἂν καὶ τὸ λεγόμενον μήτε γράμματα μήτε νεῖν ἐπίστωνται, καὶ τὰσ ἀρχὰσ δοτέον ὡσ ἔμφροσιν. (Plato, Laws, book 3 80:2)

    (플라톤, Laws, book 3 80:2)

  • τόδε ἤδη ἐπεσκέψω, ὡσ οἵ τε φύσει λογιστικοὶ εἰσ πάντα τὰ μαθήματα ὡσ ἔποσ εἰπεῖν ὀξεῖσ φύονται, οἵ τε βραδεῖσ, ἂν ἐν τούτῳ παιδευθῶσιν καὶ γυμνάσωνται, κἂν μηδὲν ἄλλο ὠφεληθῶσιν, ὅμωσ εἴσ γε τὸ ὀξύτεροι αὐτοὶ αὑτῶν γίγνεσθαι πάντεσ ἐπιδιδόασιν; (Plato, Republic, book 7 242:2)

    (플라톤, Republic, book 7 242:2)

유의어

  1. skilled in calculating

  2. 당연한

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION