헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παγκρατιαστικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παγκρατιαστικός παγκρατιαστική παγκρατιαστικόν

형태분석: παγκρατιαστικ (어간) + ος (어미)

어원: from pagkratia/zw

  1. of or for the, the pancratiast's art
  2. skilled in the

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 παγκρατιαστικός

(이)가

παγκρατιαστική

(이)가

παγκρατιαστικόν

(것)가

속격 παγκρατιαστικοῦ

(이)의

παγκρατιαστικῆς

(이)의

παγκρατιαστικοῦ

(것)의

여격 παγκρατιαστικῷ

(이)에게

παγκρατιαστικῇ

(이)에게

παγκρατιαστικῷ

(것)에게

대격 παγκρατιαστικόν

(이)를

παγκρατιαστικήν

(이)를

παγκρατιαστικόν

(것)를

호격 παγκρατιαστικέ

(이)야

παγκρατιαστική

(이)야

παγκρατιαστικόν

(것)야

쌍수주/대/호 παγκρατιαστικώ

(이)들이

παγκρατιαστικᾱ́

(이)들이

παγκρατιαστικώ

(것)들이

속/여 παγκρατιαστικοῖν

(이)들의

παγκρατιαστικαῖν

(이)들의

παγκρατιαστικοῖν

(것)들의

복수주격 παγκρατιαστικοί

(이)들이

παγκρατιαστικαί

(이)들이

παγκρατιαστικά

(것)들이

속격 παγκρατιαστικῶν

(이)들의

παγκρατιαστικῶν

(이)들의

παγκρατιαστικῶν

(것)들의

여격 παγκρατιαστικοῖς

(이)들에게

παγκρατιαστικαῖς

(이)들에게

παγκρατιαστικοῖς

(것)들에게

대격 παγκρατιαστικούς

(이)들을

παγκρατιαστικᾱ́ς

(이)들을

παγκρατιαστικά

(것)들을

호격 παγκρατιαστικοί

(이)들아

παγκρατιαστικαί

(이)들아

παγκρατιαστικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ γὰρ δυνάμενοσ τὰ σκέλη ῥιπτεῖν πωσ καὶ κινεῖν ταχὺ καὶ πόρρω δρομικόσ, ὁ δὲ θλίβειν καὶ κατέχειν παλαιστικόσ, ὁ δὲ ὦσαι τῇ πληγῇ πυκτικόσ, ὁ δ’ ἀμφοτέροισ τούτοισ παγκρατιαστικόσ, ὁ δὲ πᾶσι πένταθλοσ. (Aristotle, Rhetoric, Book 1, chapter 5 14:2)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 1, chapter 5 14:2)

  • πρὸ τοῦ μὲν οὖν ταῦτα δεινὼ ἤστην μόνον, νῦν δὲ τέλοσ ἐπιτεθήκατον παγκρατιαστικῇ τέχνῃ. (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 7:1)

    (플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 7:1)

유의어

  1. skilled in the

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION