κορυφή?
1군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사: koryphē
고전 발음: [꼬뤼페:]
신약 발음: [꼬뤼페]
기본형:
κορυφή
κορυφῆς
형태분석:
κορυφ
(어간)
+
η
(어미)
뜻
- 왕관, 관, 왕권
- 꼭대기, 정상, 우
- 우수, 우월, 저명
- top of the head, crown
- mountain peak
- top, apex
- (geometry) vertex of a triangle
- the best thing, excellence
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- εὐλογίας πατρός σου καὶ μητρός σου. ὑπερίσχυσεν ὑπὲρ εὐλογίας ὀρέων μονίμων καὶ ἐπ᾿ εὐλογίαις θινῶν ἀενάων. ἔσονται ἐπὶ κεφαλὴν Ἰωσὴφ καὶ ἐπὶ κορυφῆς ὧν ἡγήσατο ἀδελφῶν. (Septuagint, Liber Genesis 49:26)
(70인역 성경, 창세기 49:26)
- εἶπε δὲ Μωυσῆς τῷ Ἰησοῦ. ἐπίλεξον σεαυτῷ ἄνδρας δυνατοὺς καὶ ἐξελθὼν παράταξαι τῷ Ἀμαλὴκ αὔριον, καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἕστηκα ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ βουνοῦ, καὶ ἡ ράβδος τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ χειρί μου. (Septuagint, Liber Exodus 17:9)
(70인역 성경, 탈출기 17:9)
- τὸ δὲ εἶδος τῆς δόξης Κυρίου ὡσεὶ πῦρ φλέγον ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ ὄρους ἐναντίον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ. (Septuagint, Liber Exodus 24:17)
(70인역 성경, 탈출기 24:17)
- καὶ τὰ λαμπάδια αὐτῶν, ἅ ἐστιν ἐπὶ τῶν ἄκρων, καρυωτὰ ἐξ αὐτῶν. καὶ τὰ ἐνθέμια ἐξ αὐτῶν, ἵνα ὦσιν οἱ λύχνοι ἐπ᾿ αὐτῶν, καὶ τὸ ἐνθέμιον τὸ ἕβδομον, τὸ ἐπ᾿ ἄκρου τοῦ λαμπαδίου, ἐπὶ τῆς κορυφῆς ἄνωθεν, στερεὸν ὅλον χρυσοῦν. (Septuagint, Liber Exodus 38:16)
(70인역 성경, 탈출기 38:16)
- καὶ ἐξέδυσε τὸν Ἀαρὼν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ ἐνέδυσεν αὐτὰ Ἐλεάζαρ τὸν υἱὸν αὐτοῦ. καὶ ἀπέθανεν Ἀαρὼν ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ ὄρους, καὶ κατέβη Μωυσῆς καὶ Ἐλεάζαρ ἐκ τοῦ ὄρους. (Septuagint, Liber Numeri 20:28)
(70인역 성경, 민수기 20:28)
유의어
-
왕관
- βρεχμός (the top of the head)
- κάρα (the head or top of anything, as of a mountain)
-
mountain peak
- ἄκρον (최고, 정상)
- ῥίον (최고, 정상)
- σκοπιά (a lookout-place, a mountain-peak)
- πάγος (mountain peak, rocky hill)
- ὦρος (산, 메)
- παρωρείτης (산지 주민, 등산가)
- ὀρεστιάς (of the mountains)
- ὀρείτης (산지 주민, 등산가)
- ὀρειάς (산, 메, 언덕)
- Διάκριοι (the mountaineers)
- ἀκρολοφίτης (산지 주민, 등산가)
-
꼭대기
-
vertex of a triangle