- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταληπτός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: katalēptos 고전 발음: [까딸렙:또] 신약 발음: [까딸레]

기본형: καταληπτός καταληπτή καταληπτόν

형태분석: καταληπτ (어간) + ος (어미)

어원: καταλαμβάνω의 분사형,

  1. to be achieved
  2. seizing suddenly;, that falls on us

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 καταληπτός

(이)가

καταληπτή

(이)가

καταληπτόν

(것)가

속격 καταληπτοῦ

(이)의

καταληπτῆς

(이)의

καταληπτοῦ

(것)의

여격 καταληπτῷ

(이)에게

καταληπτῇ

(이)에게

καταληπτῷ

(것)에게

대격 καταληπτόν

(이)를

καταληπτήν

(이)를

καταληπτόν

(것)를

호격 καταληπτέ

(이)야

καταληπτή

(이)야

καταληπτόν

(것)야

쌍수주/대/호 καταληπτώ

(이)들이

καταληπτά

(이)들이

καταληπτώ

(것)들이

속/여 καταληπτοῖν

(이)들의

καταληπταῖν

(이)들의

καταληπτοῖν

(것)들의

복수주격 καταληπτοί

(이)들이

καταληπταί

(이)들이

καταληπτά

(것)들이

속격 καταληπτῶν

(이)들의

καταληπτῶν

(이)들의

καταληπτῶν

(것)들의

여격 καταληπτοῖς

(이)들에게

καταληπταῖς

(이)들에게

καταληπτοῖς

(것)들에게

대격 καταληπτούς

(이)들을

καταληπτάς

(이)들을

καταληπτά

(것)들을

호격 καταληπτοί

(이)들아

καταληπταί

(이)들아

καταληπτά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔτι τοίνυν, εἰ μὲν οὐδέν ἐστι καταληπτὸν ἀνθρώπῳ καὶ γνωστόν, εἰκότως ὁ θεὸς ἀπεκώλυσεν αὐτὸν ὑπηνέμια καὶ ψευδῆ καὶ ἀβέβαια γεννᾶν. (Plutarch, Platonicae quaestiones, chapter 1, section 31)

    (플루타르코스, Platonicae quaestiones, chapter 1, section 31)

  • ὀ`ν μὴ εἶναι μηδ ὑπάρχειν, ἀλλὰ καταλαμβάνεσθαι καὶ καταληπτὸν εἶναι καὶ πιστὸν ᾧ τῆς οὐσίας· (Plutarch, De communibus notitiis adversus Stoicos, section 30 18:2)

    (플루타르코스, De communibus notitiis adversus Stoicos, section 30 18:2)

  • ὡς εἴ τι καταληπτόν ἐστιν οὕτως ἂν μόνως ἢ μάλιστα κατάληψιν ἑαυτῆς τὴν ἀλήθειαν παρέχουσαν. (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 10 24:3)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 10 24:3)

  • ὡς γὰρ ἐν διαστήματι μακρῷ καὶ πλήθει πυκνῷ καὶ βοῇ ποικίλῃ καὶ φόβῳ πολλῷ, τὸ μὲν ἀκριβὲς οὐδὲ τοῖς ἀγχοῦ τῶν πασχόντων καταληπτὸν ἦν, τὴν δὲ ὑπόνοιαν μειζόνως ἐς τοὺς ἑξῆς ἕκαστοι μετέφερον. (Appian, The Foreign Wars, chapter 6 6:10)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 6 6:10)

  • οὐ γὰρ ἀρκεῖ μαθεῖν τὴν οὐσίαν τοῦ ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ καὶ τὰ μέτρα τῶν ὀρέξεων καὶ ἐκκλίσεων καὶ ἔτι ὁρμῶν καὶ ἀφορμῶν καὶ τούτοις ὥσπερ κανόσι χρώμενον διοικεῖν τὰ τοῦ βίου, τὰ δ ὑπὲρ ἡμᾶς ταῦτα χαίρειν ἐᾶν, ἃ τυχὸν μὲν ἀκατάληπτά ἐστι τῇ ἀνθρωπίνῃ γνώμῃ, εἰ δὲ καὶ τὰ μάλιστα θείη τις εἶναι καταληπτά, ἀλλ οὖν τί ὄφελος καταληφθέντων· (Epictetus, Works, book 0, 1:2)

    (에픽테토스, Works, book 0, 1:2)

  • Ὅτι οὐκ ὀλίγοι τῶν ἀνθρώπων διὰ τὴν πρὸς τὸ πλεῖον ἐπιθυμίαν καὶ τὸ πνεῦμα προσέθηκαν τοῖς χρήμασιν, οἷς Ὀροφέρνης ὁ τῆς Καππαδοκίας βασιλεὺς κατάληπτος γενόμενος ἀπώλετο καὶ τῆς βασιλείας ἐξέπεσεν. (Polybius, Histories, book 32, ii. res asiae 1:1)

    (폴리비오스, Histories, book 32, ii. res asiae 1:1)

유의어

  1. to be achieved

관련어

명사

형용사

부사

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION