- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καλάμινος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: kalaminos 고전 발음: [깔라미노] 신약 발음: [깔라미노]

기본형: καλάμινος καλάμινη καλάμινον

형태분석: καλαμιν (어간) + ος (어미)

어원: κάλαμος

  1. made of reed
  2. made of cane

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 καλάμινος

(이)가

καλαμίνη

(이)가

καλάμινον

(것)가

속격 καλαμίνου

(이)의

καλαμίνης

(이)의

καλαμίνου

(것)의

여격 καλαμίνῳ

(이)에게

καλαμίνῃ

(이)에게

καλαμίνῳ

(것)에게

대격 καλάμινον

(이)를

καλαμίνην

(이)를

καλάμινον

(것)를

호격 καλάμινε

(이)야

καλαμίνη

(이)야

καλάμινον

(것)야

쌍수주/대/호 καλαμίνω

(이)들이

καλαμίνα

(이)들이

καλαμίνω

(것)들이

속/여 καλαμίνοιν

(이)들의

καλαμίναιν

(이)들의

καλαμίνοιν

(것)들의

복수주격 καλάμινοι

(이)들이

καλάμιναι

(이)들이

καλάμινα

(것)들이

속격 καλαμίνων

(이)들의

καλαμινῶν

(이)들의

καλαμίνων

(것)들의

여격 καλαμίνοις

(이)들에게

καλαμίναις

(이)들에게

καλαμίνοις

(것)들에게

대격 καλαμίνους

(이)들을

καλαμίνας

(이)들을

καλάμινα

(것)들을

호격 καλάμινοι

(이)들아

καλάμιναι

(이)들아

καλάμινα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • νῦν ἰδοὺ πέποιθας σαυτῷ ἐπὶ τὴν ράβδον τὴν καλαμίνην τὴν τεθλασμένην ταύτην, ἐπ᾿ Αἴγυπτον; ὃς ἂν στηριχθῇ ἀνὴρ ἐπ᾿ αὐτήν, καὶ εἰσελεύσεται εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ τρήσει αὐτήν. οὕτως Φαραὼ βασιλεὺς Αἰγύπτου πᾶσι τοῖς πεποιθόσιν ἐπ᾿ αὐτόν. (Septuagint, Liber II Regum 18:21)

    (70인역 성경, 열왕기 하권 18:21)

  • ἰδοὺ πεποιθὼς εἶ ἐπὶ τὴν ράβδον τὴν καλαμίνην τὴν τεθλασμένην ταύτην, ἐπ᾿ Αἴγυπτον. ὡς ἂν ἐπιστηριχθῇ ἀνὴρ ἐπ᾿ αὐτήν, εἰσελεύσεται εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ, καὶ τρήσει αὐτήν. οὕτως ἐστὶ Φαραὼ βασιλεὺς Αἰγύπτου καὶ πάντες οἱ πεποιθότες ἐπ᾿ αὐτῷ. (Septuagint, Liber Isaiae 36:6)

    (70인역 성경, 이사야서 36:6)

  • καὶ γνώσονται πάντες οἱ κατοικοῦντες Αἴγυπτον ὅτι ἐγώ εἰμι Κύριος, ἀνθ ὧν ἐγενήθης ράβδος καλαμίνη τῷ οἴκῳ Ἰσραήλ. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 29:6)

    (70인역 성경, 에제키엘서 29:6)

  • ἐπειδὰν γὰρ ξηράνωσι τὴν κολόκυνθαν, κοιλάναντες αὐτὴν καὶ ἐξελόντες τὴν ἐντεριώνην ἐμπλέουσιν, ἱστοῖς μὲν χρώμενοι καλαμίνοις, ἀντὶ δὲ τῆς ὀθόνης τῷ φύλλῳ τῆς κολοκύνθης. (Lucian, Verae Historiae, book 2 37:6)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 2 37:6)

  • Στλεγγίσιν οὐ σιδηραῖς ἀλλὰ καλαμίναις ἐχρῶντο. (Plutarch, Instituta Laconica, section 321)

    (플루타르코스, Instituta Laconica, section 321)

  • ὁ δὲ καλάμινος αὐλὸς τιτύρινος καλεῖται παρὰ τοῖς ἐν Ἰταλίᾳ Δωριεῦσιν, ὡς Ἀρτεμίδωρος ἱστορεῖ ὁ Ἀριστοφάνειος ἐν β περὶ Δωρίδος. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 802)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 802)

유의어

  1. made of reed

  2. made of cane

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION